Ένα μεγαλοπρεπές τρικ ετοιμάζει το υπουργείο Οικονομικών με αποκλειστικό στόχο να ακυρώσει στην πράξη το όφελος για τους φορολογούμενους από τη μείωση του φόρου μεταβίβασης. Προωθεί, σύμφωνα με πληροφορίες φοροτεχνικών, μια φόρμουλα ερμηνείας των διατάξεων του για το φόρο υπεραξίας προκειμένου ως τιμή πώλησης των ακινήτων να θεωρείται η -κατά πολύ υψηλότερη της πραγματικής- αντικειμενική αξία των ακινήτων που μεταβιβάζονται.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Από την Πρωτοχρονιά θεσπίστηκε ο φόρος υπεραξίας κατά την πώληση ακινήτων. Ο φόρος μεταβίβασης που καταβάλλεται από τον αγοραστή μειώθηκε στο 3% (από 8-10%) της αντικειμενικής αξίας και στον πωλητή επιβλήθηκε ο φόρος υπεραξίας που υπολογίζεται με συντελεστή 15% στη διαφορά μεταξύ της τιμής που αγοράστηκε και της τιμής που πωλείται το ακίνητο. Η σχετική διάταξη ορίζει ότι υπεραξία νοείται η διαφορά μεταξύ της τιμής κτήσης που κατέβαλε ο φορολογούμενος και της τιμής πώλησης που καταβάλλεται σε αυτόν. Επίσης ορίζει ότι η τιμή κτήσης είναι το τίμημα που αναγράφεται στο συμβόλαιο ή το πραγματικό τίμημα που καταβλήθηκε, όπως προκύπτει από κατάλληλα δικαιολογητικά. Η τιμή πώλησης είναι το αναγραφόμενο στο συμβόλαιο τίμημα κατά το χρόνο της μεταβίβασης.
Αν ο πωλητής δεν έχει πραγματοποιήσει άλλη μεταβίβαση ακινήτων την τελευταία πενταετία και η υπεραξία είναι έως 25.000 ευρώ δεν επιβάλλεται φόρος. Πληροφορίες φέρουν το υπουργείο Οικονομικών να ετοιμάζεται να εκδώσει εγκύκλιο σύμφωνα με την οποία τιμή κτήσης και τιμή πώλησης των ακινήτων θα είναι η αντικειμενική αξία. Αυτό θα προκαλέσει πολύ μεγάλες επιβαρύνσεις για τους πωλητές ακινήτων και ειδικά αυτούς που απέκτησαν ακίνητα πριν το 2000 όταν οι αντικειμενικές τιμές ήταν ακόμη χαμηλές. Επίσης με δεδομένο ότι οι πραγματικές τιμές είναι πλέον έως και 60% χαμηλότερες των αντικειμενικών οι φορολογούμενοι θα βρεθούν να πληρώνουν φόρο για υπεραξίες που δεν έχουν πραγματοποιήσει. Κάτι σαν το ΦΑΠ και το Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτησίας Ακινήτων που υπολογίζονται και επιβάλλονται στους φορολογούμενους με τις αντικειμενικές αξίες, δηλαδή αξίες που πλέον δεν υπάρχουν.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Από την Πρωτοχρονιά θεσπίστηκε ο φόρος υπεραξίας κατά την πώληση ακινήτων. Ο φόρος μεταβίβασης που καταβάλλεται από τον αγοραστή μειώθηκε στο 3% (από 8-10%) της αντικειμενικής αξίας και στον πωλητή επιβλήθηκε ο φόρος υπεραξίας που υπολογίζεται με συντελεστή 15% στη διαφορά μεταξύ της τιμής που αγοράστηκε και της τιμής που πωλείται το ακίνητο. Η σχετική διάταξη ορίζει ότι υπεραξία νοείται η διαφορά μεταξύ της τιμής κτήσης που κατέβαλε ο φορολογούμενος και της τιμής πώλησης που καταβάλλεται σε αυτόν. Επίσης ορίζει ότι η τιμή κτήσης είναι το τίμημα που αναγράφεται στο συμβόλαιο ή το πραγματικό τίμημα που καταβλήθηκε, όπως προκύπτει από κατάλληλα δικαιολογητικά. Η τιμή πώλησης είναι το αναγραφόμενο στο συμβόλαιο τίμημα κατά το χρόνο της μεταβίβασης.
Αν ο πωλητής δεν έχει πραγματοποιήσει άλλη μεταβίβαση ακινήτων την τελευταία πενταετία και η υπεραξία είναι έως 25.000 ευρώ δεν επιβάλλεται φόρος. Πληροφορίες φέρουν το υπουργείο Οικονομικών να ετοιμάζεται να εκδώσει εγκύκλιο σύμφωνα με την οποία τιμή κτήσης και τιμή πώλησης των ακινήτων θα είναι η αντικειμενική αξία. Αυτό θα προκαλέσει πολύ μεγάλες επιβαρύνσεις για τους πωλητές ακινήτων και ειδικά αυτούς που απέκτησαν ακίνητα πριν το 2000 όταν οι αντικειμενικές τιμές ήταν ακόμη χαμηλές. Επίσης με δεδομένο ότι οι πραγματικές τιμές είναι πλέον έως και 60% χαμηλότερες των αντικειμενικών οι φορολογούμενοι θα βρεθούν να πληρώνουν φόρο για υπεραξίες που δεν έχουν πραγματοποιήσει. Κάτι σαν το ΦΑΠ και το Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτησίας Ακινήτων που υπολογίζονται και επιβάλλονται στους φορολογούμενους με τις αντικειμενικές αξίες, δηλαδή αξίες που πλέον δεν υπάρχουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου