1/11/11
Αν η Ντόρα ήταν αρχηγός της Ν.Δ.
Πριν από δυο ακριβώς χρόνια, ο αστικός κόσμος, οι νοικοκυραίοι, οι ψηφοφόροι της Νέας Δημοκρατίας επέβαλαν στον τότε αρχηγό του κόμματος, που μόλις είχε ηττηθεί με 11 μονάδες διαφορά, να αποδεχτεί την εκλογή του νέου αρχηγού από την βάση του κόμματος. Σαν σήμερα συνεδρίαζε στο Κάραβελ η Κ.Ε. της Ν.Δ. που αποφάσιζε την εκλογή του νέου αρχηγού από τον λαό.
Το ένστικτο του λαού, είναι σοφό. Όπως τότε, έτσι και σήμερα. Ήξερε ότι η Ντόρα Μπακογιάννη είχε –λόγω ονόματος- κληρονομήσει την ηγεσία της Ν.Δ., ήξερε ότι έχει «διπλαρώσει» τους περισσότερους κομματικοδίαιτους συνέδρους, τους περισσότερους γόνους των πολιτικών οικογενειών ανά την Ελλάδα. Ήξερε, ότι οι δημοσκοπήσεις ήταν προκαθορισμένες και ότι τα ΜΜΕ θα φανατίζονταν υπέρ της υποψηφιότητάς της. Έβλεπαν ότι στα παράθυρα φιλοξενούνταν μόνον όσοι την λιβάνιζαν και καθύβριζαν τον αντίπαλό της, ενώ αποκλείονταν όσοι τολμούσαν να υπονοήσουν ότι στηρίζουν τον Αντώνη Σαμαρά.
Ο λαός, τελικά, πήγε μαζικά στις κάλπες και υπό αυτές τις συνθήκες έδωσε την απάντησή του: Σαμαράς πρόεδρος της Ν.Δ. πανηγυρικά, από τον πρώτο γύρο. Το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο. Το ένστικτο του λαού, η αντισυστημική υποψηφιότητα και η προσωπικότητα του Σαμαρά, έφεραν –ευτυχώς- το ποθητό αποτέλεσμα…
Τι θα είχε γίνει όμως, αν ο λαός δεν επέβαλε καθολική ψηφοφορία, η εκλογή πήγαινε στο Συνέδριο και αρχηγός της Ν.Δ. έβγαινε η Ντόρα Μπακογιάννη;
Τον Μάιο του 2010, η Νέα Δημοκρατία υπό τη Ντόρα Μπακογιάννη θα ψήφιζε μαζί με το ΠΑΣΟΚ και το ΛΑΟΣ του Γ.Καρατζαφέρη το Μνημόνιο.
Στις 6 Μαίου του 2010, θα διαγραφόταν ο Αντώνης Σαμαράς από την αρχηγό Ντόρα Μπακογιάννη, όταν θα διαφωνούσε και θα καταψήφιζε το Μνημόνιο.
Όμως, μη μπορώντας να αντιμετωπίσουν ΝΔ – ΠΑΣΟΚ και ΛΑΟΣ τη λαϊκή οργή, λίγο πριν το Μεσοπρόθεσμο, δηλαδή στις 28 Ιουνίου 2011, θα σχημάτιζαν κυβέρνηση «εθνικής σωτηρίας» με τη συμμετοχή τ. Πρωθυπουργών, υπό τον Κώστα Σημίτη ή τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, όπου θα συμμετείχαν μεταξύ άλλων, οι: Στέφανος Μάνος, Ανδρέας Ανδιανόπουλος, Θεόδωρος Σκυλακάκης, Βασίλης Κοντογιανόπουλος, Νίκος Μπίστης, πολιτικοί δηλαδή, ευρείας απήχησης.
Η σύνθεση της Κυβέρνησης θα ήταν:
Πρωθυπουργός: Κ.Σημίτης – Επίτιμος Πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης,
Υπουργός Οικονομικών: Στέφανος Μάνος, αναπληρωτής με ευθύνη την πάταξη της φοροδιαφυγής: Γιώργος Βουλγαράκης
Εργασίας: Ανδρέας Ανδριανόπουλος,
Παιδείας: Βασίλης Κοντογιανόπουλος,
Μετανάστευσης: Νίκος Μπίστης,
Άμυνας: Αχμέτ Ιλχάν,
Θρησκευμάτων: Ιωάννης Σταθόπουλος,
Δικαιοσύνης: Τέλης Παυλίδης – αναπληρωτής Τάσος Μαντέλης,
Οικογένειας: Ντόρα Μπακογιάννη, αναπληρωτής Κυριάκος Μητσοτάκης,
Εξωτερικών: Θεόδωρος Πάγκαλος,
τήρησης Συντάγματος: Βαγγέλης Βενιζέλος, Ανδρέας Λοβέρδος,
Δημοσίας Τάξης: Προκόπης Παυλόπουλος- Χρήστος Παπουτσής
Κυβερνητικός Εκπρόσωπος: Γιώργος Καρατζαφέρης, αναπληρώτρια: Έλλη Στάη
Τουρισμού: Έλσα Παπαδημητρίου, Άδωνις Γεωργιάδης
Η Ντόρα Μπακογιάννη θα συμμετείχε ισότιμα –με τα άλλα κόμματα- στις συνόδους του ΕΛΚ, όπου η Ν.Δ. δεν θα αντιμετωπιζόταν πλέον από Γερμανούς, Αυστριακούς, Φινλανδούς, Ολλανδούς, Σλοβένους ως ενοχλητική φωνή, αλλά ως «κόμμα ευθύνης», μια και θα υποστήριζε με πάθος την πολιτική του Μνημονίου συναινώντας σε κάθε απόφαση της Τρόικας για τη χώρα μας.
Θέλοντας να επιβραβεύσει την υπεύθυνη στάση της Ν.Δ., η Άγγελα Μέρκελ, θα καλούσε στο Βερολίνο την ηγεσία της Ν.Δ. (Επίτιμο πρόεδρο και Πρόεδρο) όπου θα την βράβευε για την αταλάντευτη θέση της υπέρ των επώδυνων μέτρων κατά του ελληνικού λαού και για τις διαχρονικές σχέσεις φιλίας με την Γερμανική Κυβέρνηση.
Με αυτόν τον τρόπο η κα Μέρκελ θα στήριζε την φίλη και σύμμαχο στο ΕΛΚ Ντόρα Μπακογιάννη για να αναλάβει την πρωθυπουργία της Ελλάδας, μιαν ώρα αρχύτερα.
Παράλληλα, μετά από αίτημα της Καγκελαρίου, η Πρόεδρος της Ν.Δ. θα αποκαταστούσε τις διαταραγμένες σχέσεις του ελληνικού δημοσίου με τον Γερμανικό Κολοσσό ΖΗΜΕΝΣ, και τον (προσωρινό) αποκλεισμό της εταιρίας από έργα του Δημοσίου.
Η Ντόρα Μπακογιάννη θα είχε -με πολύ ταχύτερους ρυθμούς- μετατρέψει τη Ν.Δ. σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κόμμα. Η οργανωτική του δομή θα είχε αλλάξει.
Αντί για τον Γιάννη Μιχελάκη, εκπρόσωπος του Κόμματος θα ήταν ο Μπάμπης Παπαδημητρίου, ή ο Πάσχος Μανδραβέλης. Αντί για τον Δημήτρη Αβραμόπουλο και τον Σταύρο Δήμα, αντιπρόεδροι του κόμματος θα ήταν οι κ. Ανδριανόπουλος και Μάνος. Επικοινωνιολόγος του κόμματος θα ήταν ο Γιάννης Λούλης, ενώ Γραμματέας στη θέση του Ανδρέα Λυκουρέντζου ο Θεόδωρος Σκυλακάκης. Γραμματέας της Κ.Ο. η Έλσα Παπαδημητρίου, φυσικά.
Στο πολιτικό Συμβούλιο θα μετείχαν οι «σοφοί» του κόμματος και όχι στελέχη της νεώτερης γενιάς, οπότε μαζί με τους παραπάνω θεσμικούς, σίγουρη θα ήταν η συμμετοχή των κ. Δημήτρη Σιούφα, Προκόπη Παυλόπουλου, Ιωάννη Βαρβιτσιώτη, Σωτήρη Χατζηγάκη, Ιωάννη Μαρκογιαννάκη.
Η Νέα Δημοκρατία δεν θα είχε –πλέον- επικοινωνιακό πρόβλημα και η ναυαρχίδα της Κεντροδεξιάς «Καθημερινή», θα στήριζε αταλάντευτα τη γραμμή της Ν.Δ. Ορισμένες (ενοχλητικές) φωνές του επίσημου -πλέον- Νεοδημοκρατικού Εκδοτικού Ομίλου, όπως ο Σταύρος Λυγερός, θα αποχωρούσαν, αφού οι απόψεις τους θα εξέφραζαν -πλέον- μία ανεπαίσθητη αριστερίζουζα μειοψηφία. Η όποια αντίρρηση στην επίσημη «συγ-κυβερνητική» γραμμή θα εκφραζόταν πλέον αποκλειστικά από το διαδίκτυο και τα blogs, τα οποία όμως με κοινό Νόμο που θα ψήφιζαν τα τρία κόμματα που θα συγκυβερνούσαν, θα ετίθεντο εκτός νόμου, ως επικίνδυνα για τη σταθερότητα του πολιτεύματος.
Η Νέα Δημοκρατία θα συναινούσε στην οριστική επίλυση των ανοικτών εθνικών θεμάτων. Θα παραιτείτο από το δικαίωμα της χώρας μας στην κήρυξη ΑΟΖ, θα επέλυε οριστικά την «εκκρεμότητα» του ονόματος της φίλης χώρας των Σκοπίων, δεχόμενη (με το πρόσχημα του erga omnes) το όνομα Βόρεια Μακεδονία, ενώ μαζί με τον Γιώργο Παπανδρέου (μια που και οι δύο είχαν υποστηρίξει με φανατισμό το σχέδιο Αννάν) θα επέβαλαν ένα νέο σχέδιο σωτηρίας της Κύπρου, το σχέδιο Αννάν 2, όπου θα επέλυε οριστικά την εκκρεμότητα με τους συμμάχους μας, γείτονες Τούρκους. Μάλιστα το σχέδιο αυτό θα το έθετε προς έγκριση από κοινού με τον πρόεδρο του ΔΗΣΥ κ. Ανανστασιάδη (που και αυτός υποστήριξε το σχέδιο Ανάν) στη σύνοδο αρχηγών του ΕΛΚ, όπου θα υπερψηφιζόταν, ομοφώνως, με χειροκροτήματα.
Το βιβλίο Γκίνες θα ασχολείτο για πρώτη φορά με «δημοκρατικό» κόμμα αντιπολίτευσης, και τη δημοφιλία της προεδρικής οικογένειας. Γιατί δεν είναι και λίγο Επίτιμος Πρόεδρος να είναι ο Πατέρας, Πρόεδρος η κόρη, δήμαρχος ο γιός (και εγγονός του επιτίμου) και μεγαλοστέλεχος ο αδερφός (και υιός του επιτίμου).
Κάπως έτσι θα ήταν η Ελλάδα, αν αρχηγός της Ν.Δ. είχε εκλεγεί η Ντόρα Μπακογιάννη.
Αντί επιλόγου, διαβάστε άρθρο του τότε υποψήφιου (και αουτσάιντερ) Προέδρου της ΝΔ Αντώνη Σαμαρά , που δημοσιεύτηκε ακριβώς πριν δύο χρόνια, στις 31/10/2009 και είναι σήμερα περισσότερο επίκαιρο από ποτέ:
Οι τέσσερις πυλώνες του κοινωνικού φιλελευθερισμού
Ο κοινωνικός φιλελευθερισμός, δεν είναι δύο βολικές λεξούλες. Δεν είναι «άδειο πουκάμισο», ούτε «σημαία ευκαιρίας» που καλύπτει όλους χωρίς να λέει τίποτε. Για να κατανοήσουμε τον κοινωνικό φιλελευθερισμό, πρέπει να αντιληφθούμε τη σχέση του με τέσσερις έννοιες: Την ανταγωνιστικότητα, τη διάχυση, την μεσαία τάξη, και την Πατρίδα.
Ο κοινωνικός φιλελευθερισμός συνοψίζεται σε δύο συνθήματα: «ανταγωνιστικότητα παντού» και «αξιοκρατία παντού». Σε τελευταία ανάλυση η αξιοκρατία είναι προϋπόθεση ανταγωνιστικότητας. Μια χώρα οφείλει να αξιοποιεί στο έπακρο όλα τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα. Δεν αρκεί να ευημερούν μόνο κάποιοι «εθνικοί πρωταθλητές». Πρέπει να ανθεί η επιχειρηματικότητα παντού, σε όλα τα μεγέθη και σε όλες τις κλίμακες. Όλοι να έχουν τις ευκαιρίες να αναδειχθούν. Και το κράτος να επεμβαίνει όχι για να υποκαταστήσει τους επιχειρηματίες, αλλά για να εξασφαλίζει ότι δεν θα υπάρχουν στρεβλώσεις, ούτε «μονοπωλιακές καταστάσεις», ούτε «ολιγοπωλιακές πρακτικές», ούτε «δεσπόζουσες θέσεις», ούτε «εμπόδια εισόδου» νέων επιχειρήσεων. Και να εξασφαλίζει ισότητα στους όρους ανταγωνισμού και στις ευκαιρίες. Ώστε να γίνει η «στροφή στην ποιότητα» σε όλους τους κλάδους. Η Ελλάδα δεν έχει μεγάλες κλίμακες, αλλά έχει ποιοτικό βάθος σε πολλούς τομείς. Αυτό πρέπει να αξιοποιήσουμε.
Η διάχυση εισοδήματος είναι η δεύτερη ουσιώδης προϋπόθεση του κοινωνικού φιλελευθερισμού. Διάχυση γίνεται μέσα από την δυναμική της αγοράς, όπου η δραστηριότητα σε ένα τομέα μεταδίδεται και στους άλλους και συμπαρασύρει τους άλλους, αν δεν υπάρχουν στεγανά, στρεβλώσεις και καρτέλ. Διάχυση, σημαίνει να κάνουμε την οικονομική επιτυχία μεταδοτική στους πολλούς, όχι αποκλειστικό προνόμιο των ισχυρών. «Ανταγωνιστικοί» δεν είναι μόνο – και δεν είναι αναγκαστικά - όσοι είναι ήδη «ισχυροί». Ανταγωνιστικοί είναι όσοι μπορούν να γίνουν καλύτεροι. Και στο δημόσιο (παράδειγμα Υγεία, Παιδεία) και στον ιδιωτικό τομέα. Και για να μπορέσουν να αποδείξουν την ανταγωνιστικότητά τους, πρέπει να τους προσφέρονται τα μέσα και οι ευκαιρίες. Το μεγάλο κενό ανταγωνιστικότητας, σήμερα, οφείλεται στο γεγονός ότι δεν υπάρχουν μέσα κι ευκαιρίες να αποδείξει οποιοσδήποτε την αξία του. Και την ανταγωνιστικότητά του…
«Μεσαία τάξη», δεν είναι απλώς κάποιες εισοδηματικές κατηγορίες που βρίσκονται «στη μέση» της κοινωνικής κλίμακας. Είναι όσοι δεν έχουν τα προβλήματά τους λυμένα, αλλά έχουν τη διάθεση, τη δυνατότητα και τη φιλοδοξία να επιτύχουν. Και θέλουν να το κάνουν με την αξία τους, χωρίς «αθέμιτες πρακτικές» και «πλάγιες μεθόδους». Είναι το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής κοινωνίας. Είναι το πιο δημιουργικό κομμάτι της, ουσιαστικά όλοι, εκτός απ’ αυτούς που ήδη βρίσκονται στην κορυφή κι αυτούς που βρίσκονται στο περιθώριο. Η μεσαία τάξη βγάζει από το περιθώριο αυτούς τους τελευταίους: Δημιουργεί το 70% των θέσεων εργασίας στον ιδιωτικό τομέα. Και παράγει το 85% των δημοσίων εσόδων. Η μεσαία τάξη είναι η «ραχοκοκαλιά» της οικονομίας, και η ευρεία κοινωνική βάση της δημοκρατίας. Αυτή συμπιέζεται σήμερα λόγω της διεθνούς κρίσης. Αυτή υπέστη δεινό πλήγμα πριν εννέα χρόνια με την κατάρρευση του Χρηματιστηρίου, όταν έχασε μεγάλο μέρος των αποταμιευμάτων της. Αυτή συμπιέστηκε και στη δεκαετία του ’80 με την έξαρση του κρατισμού στην πρώτη οκταετία του ΠΑΣΟΚ. Το οποίο έταζε τα πάντα στους «μικρομεσαίους» κι αναδείκνυε… «νέα τζάκια» φορτώνοντας δημόσιο χρέος που επιβάρυνε τελικά όλη την κοινωνία…
Τέλος, η έννοια της Πατρίδας δεν είναι «άσχετη» ούτε «ξένη» με τα προτάγματα του κοινωνικού φιλελευθερισμού. Μόνο ένας λαός που πιστεύει στον εαυτό του μπορεί να είναι ανταγωνιστικός στη συμπεριφορά του. Μόνο ένας λαός που είναι υπερήφανος για την συλλογική του ταυτότητα διεκδικεί και κερδίζει το μέλλον του. Μόνο ένας λαός με πίστη στον εαυτό του επενδύει στο μέλλον του. Μόνο ένας λαός με αυτοπεποίθηση είναι αξιόπιστος για τους συμμάχους του και πολύτιμος για τους εταίρους τους. Αν γυρίσουμε να κοιτάξουμε γύρω μας στον κόσμο δεν θα βρούμε ούτε ένα λαό φοβισμένο, ηττοπαθή ή μοιρολάτρη να επιτυγχάνει το παραμικρό. Όλοι οι λαοί με σπουδαία αναπτυξιακά επιτεύγματα είναι υπερήφανοι για τον εαυτό τους. Με αγάπη για την πατρίδα τους, όχι με μίσος για τον διπλανό ή καχυποψία για τον «διαφορετικό».
Από τον Χαρίλαο Τρικούπη ως τον Ελευθέριο Βενιζέλο και τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, από τον Αlexis De Tocqueville ως τον Φραγκλίνο Ρούσβελτ και τον Τζών Κέννεντυ, όλοι οι μεγάλοι φιλελεύθεροι μεταρρυθμιστές προάσπισαν την ανταγωνιστικότητα, προώθησαν τη διάχυση ευκαιριών, στηρίχθηκαν και στήριξαν τη μεσαία τάξη και υπερασπίστηκαν την πατρίδα τους.
Τίποτε λιγότερο απ’ αυτά δεν αρκεί.
Και τίποτε περισσότερο δεν χρειάζεται…
*Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΑΞΙΑ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου