Οι «πολιτικές» προϋποθέσεις της επόμενης ομολογιακής έκδοσης προκαλούν διλήμματα για το επόμενο βήμα επανεμφάνισης της Ελλάδας στις διεθνείς αγορές ομολόγων.
Το ζητούμενο είναι η κάλυψη μέρους του χρηματοδοτικού κενού της διετίας 2015 – 2016, το οποίο σύμφωνα με τον κ. Τόμσεν αγγίζει τα 30 δισ. ευρω, εκ των οποίων όμως τα 18 καλύπτονται από τις υπολειπόμενες εκταμιεύσεις των δανείων του EFSF και του ΔΝΤ.
Από το υπόλοιπο του «κενού» αυτού, ήτοι περί τα 12 – 12,5 δισ. ευρω – σύμφωνα με τον κ. Τόμσεν - ένα μέρος μπορεί να καλυφθεί με την έκδοση ομολόγων, τα οποία σύμφωνα με τις επιλογές που έχει ο ΟΔΔΗΧ θα είναι τριετή, επταετή ή δεκαετή.
Ως «χρηματοδοτικό κενό» ορίζεται η διαφορά (το «κενό») ανάμεσα στις δαπάνες του δημοσίου για την αποπληρωμή των δόσεων των παλαιών και νέων δανείων (ομόλογα και πληρωμές του δανείου του ΔΝΤ) και τα υπόλοιπα των εισροών από το δάνειο του EFSF και του ΔΝΤ.
Το ενδεχόμενο έκδοσης τριετούς ομολόγου υπό τις παρούσες συνθήκες, όπως αξιολογείται από τους primary dealers του ελληνικού δημοσίου, θα απορροφηθεί μεν αμέσως και με επιτόκιο ίσως και κάτω από το 3%, αλλά η έκδοσή του θα θεωρηθεί ένδειξη ασάφειας για τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα.
Η επιλογή μεταξύ του επταετούς και του δεκαετούς ομολόγου αντίθετα προϋποθέτει προοπτική πολιτικής σταθερότητας και θα απευθύνεται σε μακροπρόθεσμους θεσμικούς επενδυτές, κυρίως δε σε ασφαλιστικά Ταμεία και ασφαλιστικές εταιρείες, οι οποίες λόγω της πτώσης των επιτοκίων αναζητούν αποδόσεις στις διάρκειες αυτές που δεν μπορούν πλέον να βρουν εντός της Ευρωζώνης.
Τέτοιες εκδόσεις όμως προϋποθέτουν πολιτική σταθερότητα για την περίοδο που ακολουθεί και ιδιαίτερα μετά το καλοκαίρι.
Εκτιμήσεις της αγοράς κάνουν λόγο για επιτόκιο σε επίπεδα ελαφρά κάτω του 5% στην περίπτωση των επταετών ομολόγων. Ο σχεδιασμός που αφορά την έκδοση του επταετούς ομολόγου και όχι δεκαετούς ομολόγου, έχει να κάνει με την επιδίωξη της προσφοράς ομολόγων σε συγκρίσιμες με την Πορτογαλία διάρκειες.
Είναι πλέον αρκετά φανερό τόσο από τις δημόσιες δηλώσεις των στελεχών του ΔΝΤ, όσο και από τις συναντήσεις που έχουν γίνει σε επίπεδο τεχνικό, ότι το ΔΝΤ ευνοεί τις εκδόσεις αυτές, αφού η εξασφάλιση και καλή υποδοχή τους από τις αγορές, θα διευκολύνει την διαπραγμάτευση για την αναδιάρθρωση του χρέους που εκτός απροόπτου θα αρχίσει μετά το καλοκαίρι.
Ουσιώδες στοιχείο στο «πάζλ» αυτών των εξελίξεων θα αποτελέσει η πιθανότητα – αρκετά σοβαρή – εξόδου του ΔΝΤ από το ελληνικό πρόγραμμα το 2016 με την ολοκλήρωση της καταβολής των δόσεων του δανείου με το οποίο συμμετέχει στο ελληνικό χρηματοδοτικό πακέτο το α΄εξάμηνο του 2016.
Προϋπόθεση όμως μιας τέτοιας εξέλιξης είναι η ομαλή συνεργασία του ΔΝΤ με την ΕΚΤ η οποία λόγω της επικείμενης δοκιμασίας των ευρωπαϊκών stress test «προτιμά» να διατηρεί τον έλεγχο τόσο του εσωτερικού όσο και του εξωτερικού δανεισμού του δημοσίου στα προβλεπόμενα επίπεδα και δεν βλέπει θετικά νέες εκδόσεις …
Στο μέτωπο αυτό ενδέχεται να αναδυθούν πολύ σοβαρές εντάσεις αν το ΔΝΤ επιμείνει (προκειμένου να υποχρεώσει την ΕΚΤ σε υποχωρήσεις όσο αφορά το «κούρεμα» του χρέους) σε αυξημένες απαιτήσεις για τις ανάγκες των ελληνικών τραπεζών στα stress test του Οκτωβρίου.
Για όλους αυτούς τους λόγους η διαδικασία προετοιμασίας εξόδου και πάλι στις αγορές με ένα νέο ομόλογο ή η επέκταση των εκδόσεων εντόκων γραμματίων σε μεγαλύτερες από τις τρέχουσες διάρκειες, κινείται «επί ξυρού ακμής» όπως παραδέχονται οι εμπλεκόμενοι.
Βασικός όμως παράγοντας όσο αφορά τις εγχώριες «μεταβλητές» της διαδικασίας, παραμένει η σταθεροποίηση των εγχώριων πολιτικών προοπτικών.
Το ζητούμενο είναι η κάλυψη μέρους του χρηματοδοτικού κενού της διετίας 2015 – 2016, το οποίο σύμφωνα με τον κ. Τόμσεν αγγίζει τα 30 δισ. ευρω, εκ των οποίων όμως τα 18 καλύπτονται από τις υπολειπόμενες εκταμιεύσεις των δανείων του EFSF και του ΔΝΤ.
Από το υπόλοιπο του «κενού» αυτού, ήτοι περί τα 12 – 12,5 δισ. ευρω – σύμφωνα με τον κ. Τόμσεν - ένα μέρος μπορεί να καλυφθεί με την έκδοση ομολόγων, τα οποία σύμφωνα με τις επιλογές που έχει ο ΟΔΔΗΧ θα είναι τριετή, επταετή ή δεκαετή.
Ως «χρηματοδοτικό κενό» ορίζεται η διαφορά (το «κενό») ανάμεσα στις δαπάνες του δημοσίου για την αποπληρωμή των δόσεων των παλαιών και νέων δανείων (ομόλογα και πληρωμές του δανείου του ΔΝΤ) και τα υπόλοιπα των εισροών από το δάνειο του EFSF και του ΔΝΤ.
Το ενδεχόμενο έκδοσης τριετούς ομολόγου υπό τις παρούσες συνθήκες, όπως αξιολογείται από τους primary dealers του ελληνικού δημοσίου, θα απορροφηθεί μεν αμέσως και με επιτόκιο ίσως και κάτω από το 3%, αλλά η έκδοσή του θα θεωρηθεί ένδειξη ασάφειας για τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα.
Η επιλογή μεταξύ του επταετούς και του δεκαετούς ομολόγου αντίθετα προϋποθέτει προοπτική πολιτικής σταθερότητας και θα απευθύνεται σε μακροπρόθεσμους θεσμικούς επενδυτές, κυρίως δε σε ασφαλιστικά Ταμεία και ασφαλιστικές εταιρείες, οι οποίες λόγω της πτώσης των επιτοκίων αναζητούν αποδόσεις στις διάρκειες αυτές που δεν μπορούν πλέον να βρουν εντός της Ευρωζώνης.
Τέτοιες εκδόσεις όμως προϋποθέτουν πολιτική σταθερότητα για την περίοδο που ακολουθεί και ιδιαίτερα μετά το καλοκαίρι.
Εκτιμήσεις της αγοράς κάνουν λόγο για επιτόκιο σε επίπεδα ελαφρά κάτω του 5% στην περίπτωση των επταετών ομολόγων. Ο σχεδιασμός που αφορά την έκδοση του επταετούς ομολόγου και όχι δεκαετούς ομολόγου, έχει να κάνει με την επιδίωξη της προσφοράς ομολόγων σε συγκρίσιμες με την Πορτογαλία διάρκειες.
Είναι πλέον αρκετά φανερό τόσο από τις δημόσιες δηλώσεις των στελεχών του ΔΝΤ, όσο και από τις συναντήσεις που έχουν γίνει σε επίπεδο τεχνικό, ότι το ΔΝΤ ευνοεί τις εκδόσεις αυτές, αφού η εξασφάλιση και καλή υποδοχή τους από τις αγορές, θα διευκολύνει την διαπραγμάτευση για την αναδιάρθρωση του χρέους που εκτός απροόπτου θα αρχίσει μετά το καλοκαίρι.
Ουσιώδες στοιχείο στο «πάζλ» αυτών των εξελίξεων θα αποτελέσει η πιθανότητα – αρκετά σοβαρή – εξόδου του ΔΝΤ από το ελληνικό πρόγραμμα το 2016 με την ολοκλήρωση της καταβολής των δόσεων του δανείου με το οποίο συμμετέχει στο ελληνικό χρηματοδοτικό πακέτο το α΄εξάμηνο του 2016.
Προϋπόθεση όμως μιας τέτοιας εξέλιξης είναι η ομαλή συνεργασία του ΔΝΤ με την ΕΚΤ η οποία λόγω της επικείμενης δοκιμασίας των ευρωπαϊκών stress test «προτιμά» να διατηρεί τον έλεγχο τόσο του εσωτερικού όσο και του εξωτερικού δανεισμού του δημοσίου στα προβλεπόμενα επίπεδα και δεν βλέπει θετικά νέες εκδόσεις …
Στο μέτωπο αυτό ενδέχεται να αναδυθούν πολύ σοβαρές εντάσεις αν το ΔΝΤ επιμείνει (προκειμένου να υποχρεώσει την ΕΚΤ σε υποχωρήσεις όσο αφορά το «κούρεμα» του χρέους) σε αυξημένες απαιτήσεις για τις ανάγκες των ελληνικών τραπεζών στα stress test του Οκτωβρίου.
Για όλους αυτούς τους λόγους η διαδικασία προετοιμασίας εξόδου και πάλι στις αγορές με ένα νέο ομόλογο ή η επέκταση των εκδόσεων εντόκων γραμματίων σε μεγαλύτερες από τις τρέχουσες διάρκειες, κινείται «επί ξυρού ακμής» όπως παραδέχονται οι εμπλεκόμενοι.
Βασικός όμως παράγοντας όσο αφορά τις εγχώριες «μεταβλητές» της διαδικασίας, παραμένει η σταθεροποίηση των εγχώριων πολιτικών προοπτικών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου