25/10/10

Απογοητευτικά τα στοιχεία που καταγράφουν οι τράπεζες Με σοβαρά προβλήματα επιβίωσης η πλειονότητα των επιχειρήσεων.


Σοβαρό πρόβλημα επιβίωσης αντιμετωπίζουν οι δύο στις δέκα επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα να είναι αμφίβολο εάν θα καταφέρουν να παραμείνουν σε λειτουργία. Σύμφωνα με εκτιμήσεις των τραπεζών, ακόμη πέντε στις δέκα επιχειρήσεις έχουν προβλήματα, στα οποία μπορούν δυνητικά να αντεπεξέλθουν, με τη συνδρομή του τραπεζικού συστήματος.

Τα στοιχεία που καταγράφουν οι τράπεζες δείχνουν ποσοστό της τάξης του 70% των επιχειρήσεων, ειδικά μικρών και μεσαίων, να βρίσκεται ενώπιον σοβαρών προβλημάτων. Από αυτές, ένα 20% πιθανόν θα «παραδώσει τα κλειδιά» καθώς τα ανοίγματα που έχουν οι επιχειρήσεις αυτής της κατηγορίας δεν καλύπτονται.

Η οικονομική στασιμότητα και η έλλειψη ρευστότητας ενισχύουν τις εντάσεις στις σχέσεις των επιχειρήσεων με τις τράπεζες. Παρότι το 20% των επιχειρηματικών δανείων έχει υποβληθεί, με τη συνεργασία των δύο πλευρών, σε αναχρηματοδότηση, η πίεση είναι μεγάλη και τα παράπονα σε βάρος των πιστωτικών ιδρυμάτων πολλά.

Παράλληλα, το ίδιο το τραπεζικό σύστημα παραμένει στη μέγκενη της ελλιπούς ρευστότητας και των επισφαλειών και, παρά τις «αχτίδες φωτός» για το άνοιγμα των αγορών, οι τραπεζίτες επισημαίνουν σε όλους τους τόνους ότι η εξομάλυνση θα απαιτήσει μια μακρά και δύσκολη πορεία, που συναρτάται με την επιτυχία της δημοσιονομικής προσαρμογής.

Οσον αφορά στις επιχειρήσεις που φαίνονται μη βιώσιμες, τραπεζικά στελέχη, που παρακολουθούν στενά την αγορά, αποδίδουν αυτή την εξέλιξη σε λανθασμένες επιλογές, είτε προσωπικές σε ορισμένες των περιπτώσεων, όπως η χρήση περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης για κάλυψη ίδιων αναγκών, είτε στην πλειονότητα των περιπτώσεων σε επιχειρηματίες αστοχίες, όπως η επέκταση δραστηριότητας, που επιτάθηκαν εξαιτίας της κρίσης.

Η έμφαση δίνεται από τις τράπεζες στις περιπτώσεις των επιχειρήσεων που μπορούν να συνεχίσουν τη λειτουργία τους. Στο πλαίσιο αυτό, πραγματοποιούνται εντατικά αναχρηματοδοτήσεις, που εκτιμάται ότι φθάνουν το 25% των δανείων και, μάλιστα, το ένα τρίτο σχεδόν επανέρχεται για δεύτερη ευκαιρία, που και αυτή γίνεται δεκτή στην πλειονότητα των αιτημάτων.

Εύλογα οι πρωτοβουλίες των τραπεζών γίνονται προς ίδιον όφελος, με την έννοια ότι, με τον τρόπο αυτόν, συντηρείται εν ζωή η δανειακή σύμβαση, ενισχύοντας τις πιθανότητες ανακτησιμότητας έστω και μέρους των οφειλών και, κυρίως, δεν περνά σε καθυστέρηση, με τις επιπτώσεις που θα έχει στην ποιότητα χαρτοφυλακίων και τους κεφαλαιακούς δείκτες.

Δεν λείπουν πάντως και κινήσεις ορισμένων τραπεζών να περιορίζουν αιφνιδιαστικά ακόμη και υφιστάμενα πιστωτικά όρια ή και να τα μηδενίζουν τους, τραβώντας έτσι το χαλί κάτω από τα πόδια της επιχείρησης.

Η μείωση των πλαφόν δανεισμού προς τις επιχειρήσεις συνδέεται με τον κλάδο δραστηριότητας κάθε εταιρείας, το μέγεθός της και την πιστοληπτική αξιολόγησή της. Τα κριτήρια αξιολόγησης είναι γενικώς πιο αυστηρά, με αποτέλεσμα να «κόβονται» αιτήματα χρηματοδότησης από επιχειρήσεις, που μερικούς μήνες πριν μπορεί να λάμβαναν το «πράσινο φως».

Σε αυτό το περιβάλλον, η αύξηση του κόστους δανεισμού φαίνεται έλασσον ζήτημα και, όπως χαρακτηριστικά σημειώνει τραπεζικό στέλεχος, οι επιχειρήσεις δεν υπολογίζουν το κόστος, εάν πρόκειται να λάβουν ρευστότητα.

Η επιβάρυνση όμως δεν είναι αμελητέα και προέρχεται εσχάτως από την άνοδο του euribor, προστίθεται όμως στο αυξημένο κόστος που επωμίστηκαν οι επιχειρήσεις εδώ και αρκετούς μήνες, ως αποτέλεσμα της ανατιμολόγησης και προσαρμογής προς τα άνω των spreads δανεισμού τους. Το euribor καταγράφει σταθερά ανοδική πορεία, πάνω από το φράγμα του 1% που παρέμενε για πάνω από 18 μήνες, και με προοπτική ακόμη και για 1,4% έως το τέλος του έτους.

Αξίζει να σημειωθεί ότι και μια εξέλιξη, που κατ' αρχάς είχε στόχο την ελάφρυνση των επιχειρήσεων και συγκεκριμένα οι αλλαγές στον «Τειρεσία», που αφορούν στην πληροφόρηση που έχουν οι τράπεζες για τις επιχειρήσεις που ζητούν δανεισμό, γυρίζει μπούμερανγκ.

Οι ρυθμίσεις αυτές χαλαρώνουν μεν τα κριτήρια ένταξης και διαγραφής από τη «μαύρη» λίστα, αλλά στην ουσία καταλήγουν σε ακριβότερο δανεισμό. Οι τράπεζες χρεώνουν παραπάνω, προκειμένου να ενσωματώσουν τα πιθανά ρίσκα που μπορούν να προκύψουν από την ελλιπή πληροφόρηση, θεωρώντας ότι είναι αυξημένος ο κίνδυνος αθέτησης των δανειακών υποχρεώσεων.

Την ίδια στιγμή που η ελληνική αγορά πιέζεται ασφυκτικά, στην Ευρωζώνη καταγράφεται βελτίωση των συνθηκών χρηματοδότησης για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες, εν προκειμένω, είναι μεγαλύτερου μεγέθους από τις εγχώριες.

Ενώ η κερδοφορία μειώνεται, εξαιτίας του υψηλού κόστους παραγωγής, υπάρχει αύξηση του κύκλου εργασιών που συνδέεται με τη βελτίωση της οικονομικής δραστηριότητας στην Ευρωζώνη.

Επιχειρηματικά δάνεια

Στο «κόκκινο» βρίσκονται επιχειρηματικά δάνεια, ύψους 15 δισ. ευρώ, ενώ πολλαπλάσιο είναι το ύψος των δανείων που κινούνται επί ξυρού ακμής και τα οποία οι τράπεζες «γυρίζουν» περισσότερες από μία φορές, προκειμένου να κρατήσουν στη ζωή τις δανειακές συμβάσεις.

Οι ελληνικές επιχειρήσεις χρωστούν στις τράπεζες πάνω από 136 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 30 δισ. ευρώ οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που αποτελούν όμως τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας και είναι αυτές που πιέζονται περισσότερο. Ηδη, πέραν των καταγεγραμμένων επισφαλειών, δάνεια που υπολογίζονται σε 34 δισ. ευρώ έχουν υποβληθεί σε ρύθμιση, κυρίως επιμήκυνση της διάρκειας, με γενναία μείωση των μηνιαίων καταβολών.

Δεν υπάρχουν σχόλια: