Λίγο έως πολύ είχε προεξοφληθεί ότι το ποσοστό αύξησης που θα ζητούσε η ΔΕΗ για το ρεύμα θα ήταν διψήφιο και μάλιστα πάνω από 20%. Χθες λοιπόν κατέφθασε στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας το σχετικό αίτημα της ΔΕΗ, σύμφωνα με το οποίο ζητείται αύξηση στο ανταγωνιστικό σκέλος της ενέργειας της τάξεως του 25% μεσοσταθμικά.
Η τιμολογιακή πρόταση της ΔΕΗ προβλέπει σταδιακή προσαρμογή των τιμολογίων σε τρία βήματα (1.1.2013, 1.5.2013 και 1.7.2013), έτσι ώστε από 1.7.2013 τα τιμολόγια στη Χαμηλή Τάση να αντανακλούν το κόστος παραγωγής και αγορών καθώς και εμπορικής διαχείρισης της ηλεκτρικής ενέργειας, παρότι έχει μειωθεί στο ελάχιστο δυνατό το εμπορικό περιθώριο κέρδους της ΔΕΗ Εμπορίας.
Αυτό πρακτικά μεταφράζεται για ένα νοικοκυριό με κατανάλωση 1400 κιλοβατώρες που πλήρωνε στο τετράμηνο 154,89 ευρώ για ρεύμα (μαζί με δίκτυα, ΑΠΕ κλπ, χωρίς όμως δημοτικούς φόρους, ΕΡΤ, ΔΕΤΕ, ΕΦΚ και ΦΠΑ) , κάτι περισσότερο από 31 ευρώ αύξηση στο τετράμηνο (η ΔΕΗ ζητεί αύξηση 25% στο ανταγωνιστικό σκέλος ενέργειας: για τους οικιακούς πελάτες σήμερα το μέσο επιτρεπόμενο έσοδο είναι 0,0898 ευρώ η κιλοβατώρα, και εάν εγκριθεί το αίτημα της ΔΕΗ θα αυξηθεί περίπου στο 0,112 ευρώ η κιλοβατώρα).
Πάντως το αίτημα της ΔΕΗ παραδοσιακά δεν μένει αλώβητο και συνήθως «ψαλιδίζεται» αρχικά από τη ΡΑΕ και στη συνέχεια από το ΥΠΕΚΑ. Έτσι το 2011 το αίτημα της ΔΕΗ ήταν να αυξηθεί για τους οικιακούς καταναλωτές το μέσο επιτρεπόμενο ανταγωνιστικό έσοδο στα 94,1 ευρώ η MWh, ενώ η γνωμοδότηση της ΡΑΕ, ενέκρινε τελικά μέσο έσοδο 89,9 ευρώ η MWh.
Θυμίζουμε ότι στους λογαριασμούς του ρεύματος το ποσό που πάει στη ΔΕΗ είναι περίπου το 60%, ενώ όπως προαναφέρθηκε και στο καθαρό κόστος του ρεύματος υπάρχουν διαφορετικές χρεώσεις (ανταγωνιστικές, μη ανταγωνιστικές, τέλη, φόροι κλπ).
Γιατί αυξήσεις;
Σημειώνεται ότι το αίτημα της ΔΕΗ έρχεται μετά από την υποχρέωση που περιλαμβάνεται στο μνημόνιο τα τιμολόγια του ρεύματος να αντανακλούν το πραγματικό κόστος ενέργειας. Σήμερα λοιπόν τα τιμολόγια της ΔΕΗ για τη Χαμηλή Τάση (για οικιακούς καταναλωτές και μικρές επιχειρήσεις) είναι ρυθμιζόμενα από την Πολιτεία και σε αρκετές κατηγορίες καταναλωτών πωλείται σε τιμές χαμηλότερες από το κόστος.
Το αίτημα της ΔΕΗ πάντως δε σημαίνει ότι αυτομάτως θα γίνει δεκτό. Έτσι η ΔΕΗ μαζί με το αίτημα για αύξηση, καταθέτει και λίστα με τα κόστη που καθιστούν αναγκαία την αύξηση. Σύμφωνα λοιπόν με το αίτημα της ΔΕΗ από το σύνολο των λειτουργικών δαπανών, οι ελεγχόμενες δαπάνες για το 2011 ήταν μόνο το 35%. Από αυτές τις ελεγχόμενες δαπάνες, οι δαπάνες μισθοδοσίας αφορούσαν στο 23% και οι λοιπές ελεγχόμενες δαπάνες το 12% των συνολικών λειτουργικών δαπανών.
Δηλαδή η ΔΕΗ υποστηρίζει ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των αυξήσεων προέρχεται από εξωγενείς παράγοντες και ειδικότερα από:
• Την κατάργηση των δωρεάν δικαιωμάτων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (CO2) και συνακόλουθα με την αγορά όλων των δικαιωμάτων διοξειδίου του άνθρακα (CO2), τις αυξήσεις των τιμών των καυσίμων, και τις αυξήσεις των τιμών στην χονδρεμπορική αγορά. Ειδικότερα, το κόστος της ΔΕΗ θα επηρεασθεί από την 1.1.2013 από την συνακόλουθη επιβάρυνση του σχετικού κόστους της κατά το ποσό των €300 εκατ. περίπου, με εκτιμώμενη τιμή δικαιωμάτων στα €7/tn CO2. Σημειώνεται ότι η τιμή αυτή είναι δυνατόν να αυξηθεί σημαντικά ανάλογα με την πολιτική που θα ακολουθηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση σε θέματα CO2.
• Το αυξημένο κόστος αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας της Εμπορίας της ΔΕΗ μέσω της Χονδρεμπορικής Αγοράς από μονάδες τρίτων παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας.
• Την κάλυψη του μεταβλητού κόστους παραγωγής τρίτων.
• Το κόστος του φυσικού αερίου των μονάδων παραγωγής της ΔΕΗ.
• Το κόστος αγοράς πιστοποιητικών διαθεσιμότητας ισχύος τρίτων παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας (ΑΔΙ).
• Τον φόρο στο φυσικό αέριο (ΕΦΚ), μαζούτ, Ντήζελ, και το τέλος λιγνίτη.
• Για τη ΔΕΗ συνεχίζει να αποτελεί στρατηγική προτεραιότητα ο περιορισμός του κόστους και ειδικά των λοιπών λειτουργικών δαπανών, με την εφαρμογή συγκεκριμένων μέτρων και παρεμβάσεων που έχουν ήδη δρομολογηθεί.
Από την πλευρά της η ΔΕΗ υποστηρίζει ότι έχει προχωρήσει σε σημαντικές μειώσεις των λειτουργικών δαπανών της και κυρίως στο μισθολογικό κομμάτι των δαπανών (-36% ανά εργαζόμενο).
Η τιμολογιακή πρόταση της ΔΕΗ προβλέπει σταδιακή προσαρμογή των τιμολογίων σε τρία βήματα (1.1.2013, 1.5.2013 και 1.7.2013), έτσι ώστε από 1.7.2013 τα τιμολόγια στη Χαμηλή Τάση να αντανακλούν το κόστος παραγωγής και αγορών καθώς και εμπορικής διαχείρισης της ηλεκτρικής ενέργειας, παρότι έχει μειωθεί στο ελάχιστο δυνατό το εμπορικό περιθώριο κέρδους της ΔΕΗ Εμπορίας.
Αυτό πρακτικά μεταφράζεται για ένα νοικοκυριό με κατανάλωση 1400 κιλοβατώρες που πλήρωνε στο τετράμηνο 154,89 ευρώ για ρεύμα (μαζί με δίκτυα, ΑΠΕ κλπ, χωρίς όμως δημοτικούς φόρους, ΕΡΤ, ΔΕΤΕ, ΕΦΚ και ΦΠΑ) , κάτι περισσότερο από 31 ευρώ αύξηση στο τετράμηνο (η ΔΕΗ ζητεί αύξηση 25% στο ανταγωνιστικό σκέλος ενέργειας: για τους οικιακούς πελάτες σήμερα το μέσο επιτρεπόμενο έσοδο είναι 0,0898 ευρώ η κιλοβατώρα, και εάν εγκριθεί το αίτημα της ΔΕΗ θα αυξηθεί περίπου στο 0,112 ευρώ η κιλοβατώρα).
Πάντως το αίτημα της ΔΕΗ παραδοσιακά δεν μένει αλώβητο και συνήθως «ψαλιδίζεται» αρχικά από τη ΡΑΕ και στη συνέχεια από το ΥΠΕΚΑ. Έτσι το 2011 το αίτημα της ΔΕΗ ήταν να αυξηθεί για τους οικιακούς καταναλωτές το μέσο επιτρεπόμενο ανταγωνιστικό έσοδο στα 94,1 ευρώ η MWh, ενώ η γνωμοδότηση της ΡΑΕ, ενέκρινε τελικά μέσο έσοδο 89,9 ευρώ η MWh.
Θυμίζουμε ότι στους λογαριασμούς του ρεύματος το ποσό που πάει στη ΔΕΗ είναι περίπου το 60%, ενώ όπως προαναφέρθηκε και στο καθαρό κόστος του ρεύματος υπάρχουν διαφορετικές χρεώσεις (ανταγωνιστικές, μη ανταγωνιστικές, τέλη, φόροι κλπ).
Γιατί αυξήσεις;
Σημειώνεται ότι το αίτημα της ΔΕΗ έρχεται μετά από την υποχρέωση που περιλαμβάνεται στο μνημόνιο τα τιμολόγια του ρεύματος να αντανακλούν το πραγματικό κόστος ενέργειας. Σήμερα λοιπόν τα τιμολόγια της ΔΕΗ για τη Χαμηλή Τάση (για οικιακούς καταναλωτές και μικρές επιχειρήσεις) είναι ρυθμιζόμενα από την Πολιτεία και σε αρκετές κατηγορίες καταναλωτών πωλείται σε τιμές χαμηλότερες από το κόστος.
Το αίτημα της ΔΕΗ πάντως δε σημαίνει ότι αυτομάτως θα γίνει δεκτό. Έτσι η ΔΕΗ μαζί με το αίτημα για αύξηση, καταθέτει και λίστα με τα κόστη που καθιστούν αναγκαία την αύξηση. Σύμφωνα λοιπόν με το αίτημα της ΔΕΗ από το σύνολο των λειτουργικών δαπανών, οι ελεγχόμενες δαπάνες για το 2011 ήταν μόνο το 35%. Από αυτές τις ελεγχόμενες δαπάνες, οι δαπάνες μισθοδοσίας αφορούσαν στο 23% και οι λοιπές ελεγχόμενες δαπάνες το 12% των συνολικών λειτουργικών δαπανών.
Δηλαδή η ΔΕΗ υποστηρίζει ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των αυξήσεων προέρχεται από εξωγενείς παράγοντες και ειδικότερα από:
• Την κατάργηση των δωρεάν δικαιωμάτων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (CO2) και συνακόλουθα με την αγορά όλων των δικαιωμάτων διοξειδίου του άνθρακα (CO2), τις αυξήσεις των τιμών των καυσίμων, και τις αυξήσεις των τιμών στην χονδρεμπορική αγορά. Ειδικότερα, το κόστος της ΔΕΗ θα επηρεασθεί από την 1.1.2013 από την συνακόλουθη επιβάρυνση του σχετικού κόστους της κατά το ποσό των €300 εκατ. περίπου, με εκτιμώμενη τιμή δικαιωμάτων στα €7/tn CO2. Σημειώνεται ότι η τιμή αυτή είναι δυνατόν να αυξηθεί σημαντικά ανάλογα με την πολιτική που θα ακολουθηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση σε θέματα CO2.
• Το αυξημένο κόστος αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας της Εμπορίας της ΔΕΗ μέσω της Χονδρεμπορικής Αγοράς από μονάδες τρίτων παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας.
• Την κάλυψη του μεταβλητού κόστους παραγωγής τρίτων.
• Το κόστος του φυσικού αερίου των μονάδων παραγωγής της ΔΕΗ.
• Το κόστος αγοράς πιστοποιητικών διαθεσιμότητας ισχύος τρίτων παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας (ΑΔΙ).
• Τον φόρο στο φυσικό αέριο (ΕΦΚ), μαζούτ, Ντήζελ, και το τέλος λιγνίτη.
• Για τη ΔΕΗ συνεχίζει να αποτελεί στρατηγική προτεραιότητα ο περιορισμός του κόστους και ειδικά των λοιπών λειτουργικών δαπανών, με την εφαρμογή συγκεκριμένων μέτρων και παρεμβάσεων που έχουν ήδη δρομολογηθεί.
Από την πλευρά της η ΔΕΗ υποστηρίζει ότι έχει προχωρήσει σε σημαντικές μειώσεις των λειτουργικών δαπανών της και κυρίως στο μισθολογικό κομμάτι των δαπανών (-36% ανά εργαζόμενο).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου