Το Πανεπιστήμιο Αθηνών ανακοίνωσε: «Θα εισηγηθούμε στις επιμέρους Σχολές τη διεξαγωγή ηλεκτρονικών δημοψηφισμάτων κατά Τμήματα, ώστε να δοθεί η δυνατότητα στην πλειοψηφία των φοιτητών να αποφασίζουν όλοι απευθείας ως προς την εκάστοτε διακοπή των μαθημάτων... Να δοθεί στη δημοκρατική πλειοψηφία η σύγχρονη δυνατότητα να μιλήσει και να χειριστεί τις τύχες της αναλαμβάνοντας τις ευθύνες της».
Πρώτο λάθος στο γενναίο και τίμιο αυτό κείμενο: Οταν η παρακμιακή διάλυση είναι παγιωμένο καθεστώς, η τετράγωνη λογική της δημοκρατίας δεν έχει καμιά ελπίδα αποτελεσματικότητας. Οι μειοψηφίες της βίας και του ετσιθελισμού δεν πείθονται από τη γλώσσα της λογικής κοινωνίας και το χάος δεν τιθασεύεται με «βελτιώσεις». Στα ελλαδικά πανεπιστήμια της «μεταπολίτευσης» κάποιοι ετοιμάζουν την κομματική τους καριέρα, παγερά αδιάφοροι για την όποια λαχτάρα επενδύουν παιδιά στη σπουδή και στην έρευνα ή για την ελπίδα στενεμένων οικογενειών να κερδίζουν οι κλώνοι τους με τη σπουδή το ψωμί τους.
Δεύτερο λάθος στο μαχητικά δημοκρατικό πρυτανικό κείμενο: Οταν το μπάχαλο είναι «κατάκτηση», εδώ και σαράντα ολόκληρα χρόνια, μια πρυτανεία με ρεαλιστικό αυτοσεβασμό δεν «εισηγείται», απλώς αρνείται να παίξει στο ίδιο γήπεδο. Οργανώνει τότε λ.χ., με το ανθρώπινο δυναμικό των ειδικών Σχολών που διαθέτει και ασκούμενους φοιτητές, πανελλήνια δημοσκόπηση: «Θέλετε πανεπιστήμια για να υπηρετούν τη σπουδή και την έρευνα ή πανεπιστήμια - αρένες της κομματικής κοκορομαχίας;». Να έχει στο χέρι η πρυτανεία ξεκάθαρα εκφρασμένη την κοινωνική βούληση. Οπλο απέναντι στον φασισμό, στον τραμπουκισμό, στην ασυδοσία.
Τρίτο λάθος του σώφρονος πρυτανικού κειμένου: Απευθύνεται στους υποκινούμενους, όχι στους υποκινητές, στους αφιονισμένους εκτελεστές, όχι στα κέντρα που τους κατευθύνουν. Παραδειγματικά και πάλι: Μια πρυτανεία που ψηφίζεται για να διαχειριστεί την ευθύνη λειτουργίας του πρώτου πανεπιστημίου της χώρας, με δεδομένη τη σαραντάχρονη ατίμωση και τον ευτελισμό του από τη φασιστική ασυδοσία των κομματικών νεολαιών, ζητάει από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να συγκαλέσει σύσκεψη των κομματικών αρχηγών. Και τους προκαλεί: «Θα αποσύρετε τις κομματικές νεολαίες σας από τα πανεπιστήμια; Θα πάψετε να χρησιμοποιείτε τις εκλογές του φοιτητικού συνδικαλισμού σαν προκριματικές για την καταμέτρηση της δύναμης των κομμάτων σας; Εμείς, από δω και πέρα θα τηρήσουμε τον νόμο: για κάθε παρανομία στα πανεπιστήμια θα καλείται ο εισαγγελέας και η αστυνομία».
Ο φασισμός της κομματοκρατίας έχει, έντεχνα, εξαλείψει από τις μάζες τη συνείδηση ότι η αστυνόμευση είναι κοινωνικό λειτούργημα, συμφωνημένο από όλους όσους αποδεχόμαστε το Σύνταγμα της χώρας. Οι κάποιοι αστυνομικοί υπάλληλοι που κάνουν παράχρηση των αρμοδιοτήτων τους δεν είναι περισσότεροι από τους αντίστοιχους υπαλλήλους των εφοριών ή της πολεοδομίας. Η επέμβαση της αστυνομίας στα πανεπιστήμια είναι επέμβαση των εντεταλμένων της λαϊκής βούλησης, της βούλησης να γίνονται σεβαστοί οι νόμοι, να πατάσσεται η παρανομία, να μην είναι ασύδοτα τα κομματικά πρακτοράκια ή οι ψυχανώμαλοι θεριακλήδες κάθε σέχτας ιδεολογικής. Δεν υπάρχει δημοκρατία χωρίς αστυνόμευση της αυθαιρεσίας, της βίας, του ετσιθελισμού, από οπουδήποτε κι αν προέρχεται.
Η σύγχυση περνάει από τις συνειδήσεις στη γλώσσα: Η φασιστική συμπεριφορά ονοματίζεται «δημοκρατικό δικαίωμα», ο τραμπουκισμός «λαϊκή πάλη», η ωμή βία των γκανγκστερικών εκβιασμών «κοινωνικοί αγώνες». Για την εμπειρική ενάργεια αντίληψης της πραγματικότητας, ας κατανοήσει ο αναγνώστης τη λέξη «ασυδοσία» με εικόνες: Ελάχιστοι φοιτητές («ομάδες κρούσης» κομματικών νεολαιών) να διαλύουν βίαια συνελεύσεις συγκλήτων ή πανεπιστημιακών Τμημάτων. Να κάνουν «κατάληψη» σε πρυτανείες. Να χτίζουν καθηγητές μέσα στα γραφεία τους. Να λεηλατούν γραμματείες και καθηγητικά γραφεία. Να αποφασίζουν αυτοί ποιο μάθημα θα το αφήσουν να διδαχθεί, ποιο όχι.
Εικόνες παγιωμένες, σαράντα χρόνια τώρα, στα ελλαδικά πανεπιστήμια: Η πλημμυρίδα της αφισοκόλλησης στις αυλές, στα κλιμακοστάσια, στους διαδρόμους, στα αμφιθέατρα –κολλημένες οι κομματικές αφίσες σε επάλληλα στρώματα και με τον καιρό φουσκωμένες, κομματιασμένες– σιχαμερή κουρελαρία. Τα αιωρούμενα πανό, άλλη γυφτιά. Τα συνθήματα με σπρέι σε κάθε παραμικρή επιφάνεια τοίχου, σε σκαλοπάτια, σε κάποτε αρχοντικές ορθομαρμαρώσεις. Ο μανιακός βανδαλισμός – καθίσματα, έδρες, πορτοπαράθυρα κατεστραμμένα με σουγιά, μαρκαδόρο, κλειδιά. Τα θηριώδη μεγάφωνα στα προαύλια τις μέρες των φοιτητικών εκλογών για την εκκωφαντική διαφήμιση κάθε κομματικής νεολαίας, ετσιθελική κατάλυση της δυνατότητας να λειτουργήσουν παραδόσεις και εργαστήρια. Τα τραπεζάκια - μαγαζάκια των κομμάτων απέναντι από τις θυρίδες κάθε γραμματείας τις μέρες των εγγραφών, να ψαρεύουν οπαδούς αντιχαρίζοντας δωρεάν εκδρομές, γλέντια ή την υπόσχεση για έγκαιρη «εμπιστευτική» γνωστοποίηση των «θεμάτων» που θα βάλουν στις εξετάσεις ξεπουλημένοι στα κόμματα καθηγητές.
Εικόνες ντροπής: Λευκασμένοι στην έδρα και στην έρευνα δάσκαλοι, με όνομα σεβαστό στη διεθνή επιστημονική κοινότητα, να εκλιπαρούν παιδάρια, μεθυσμένα από την αχαλίνωτη βία, να τους επιτρέψουν να τελειώσουν το πείραμα που έχουν ξεκινήσει στο εργαστήριο ή την προχωρημένη ανάλυση στο σεμινάριο. Να ικετεύουν τους κομματικούς γενίτσαρους να επιτρέψουν την πρόσβαση στα καθηγητικά γραφεία, μήπως και περισωθεί δουλειά ετών αποθησαυρισμένη στους υπολογιστές. Ο εφιάλτης που έζησαν τα ελλαδικά πανεπιστήμια τα τελευταία σαράντα χρόνια ούτε να περιγραφεί μπορεί ούτε υπαινικτικά να σκιαγραφηθεί. Τα κόμματα στην Ελλάδα κατέλυσαν το πανεπιστήμιο.
Ισως η Αννα Διαμαντοπούλου να ήταν η μόνη υπουργός Παιδείας που τόλμησε να αντιτάξει σθένος στο έγκλημα. Το κομματικό σύστημα που την ανέδειξε, αυτό και την εξουδετέρωσε. Ενας πανεπιστημιακός, ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος, εξαγόρασε λίγους μήνες υπουργικής αίγλης αναλαμβάνοντας να ξηλώσει, πόντο-πόντο, τα όσα πρόλαβε να νομοθετήσει η Διαμαντοπούλου. Η ζούγκλα της ψυχανώμαλης ασυδοσίας διαιωνίζεται αυτονόητα και θριαμβικά.
Ας αντιπαραβάλει ο αναγνώστης εικόνες και πάλι: Τα πανεπιστήμια της ντροπής στο φθίνον Ελλαδιστάν με οποιουσδήποτε χώρους ευρωπαϊκού (ή και τουρκικού) πανεπιστημίου. Οι στοχεύσεις κάθε οργανωμένης κοινωνίας, οι εκτιμήσεις της για την ποιότητα της ζωής, αντανακλώνται στην αρχοντιά ή στη γυφτιά των χώρων της ανώτατης παιδείας.
Τη συνταγματική απαλλαγή μας από την κομματοκρατία πώς θα την πετύχουμε;
Πρώτο λάθος στο γενναίο και τίμιο αυτό κείμενο: Οταν η παρακμιακή διάλυση είναι παγιωμένο καθεστώς, η τετράγωνη λογική της δημοκρατίας δεν έχει καμιά ελπίδα αποτελεσματικότητας. Οι μειοψηφίες της βίας και του ετσιθελισμού δεν πείθονται από τη γλώσσα της λογικής κοινωνίας και το χάος δεν τιθασεύεται με «βελτιώσεις». Στα ελλαδικά πανεπιστήμια της «μεταπολίτευσης» κάποιοι ετοιμάζουν την κομματική τους καριέρα, παγερά αδιάφοροι για την όποια λαχτάρα επενδύουν παιδιά στη σπουδή και στην έρευνα ή για την ελπίδα στενεμένων οικογενειών να κερδίζουν οι κλώνοι τους με τη σπουδή το ψωμί τους.
Δεύτερο λάθος στο μαχητικά δημοκρατικό πρυτανικό κείμενο: Οταν το μπάχαλο είναι «κατάκτηση», εδώ και σαράντα ολόκληρα χρόνια, μια πρυτανεία με ρεαλιστικό αυτοσεβασμό δεν «εισηγείται», απλώς αρνείται να παίξει στο ίδιο γήπεδο. Οργανώνει τότε λ.χ., με το ανθρώπινο δυναμικό των ειδικών Σχολών που διαθέτει και ασκούμενους φοιτητές, πανελλήνια δημοσκόπηση: «Θέλετε πανεπιστήμια για να υπηρετούν τη σπουδή και την έρευνα ή πανεπιστήμια - αρένες της κομματικής κοκορομαχίας;». Να έχει στο χέρι η πρυτανεία ξεκάθαρα εκφρασμένη την κοινωνική βούληση. Οπλο απέναντι στον φασισμό, στον τραμπουκισμό, στην ασυδοσία.
Τρίτο λάθος του σώφρονος πρυτανικού κειμένου: Απευθύνεται στους υποκινούμενους, όχι στους υποκινητές, στους αφιονισμένους εκτελεστές, όχι στα κέντρα που τους κατευθύνουν. Παραδειγματικά και πάλι: Μια πρυτανεία που ψηφίζεται για να διαχειριστεί την ευθύνη λειτουργίας του πρώτου πανεπιστημίου της χώρας, με δεδομένη τη σαραντάχρονη ατίμωση και τον ευτελισμό του από τη φασιστική ασυδοσία των κομματικών νεολαιών, ζητάει από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να συγκαλέσει σύσκεψη των κομματικών αρχηγών. Και τους προκαλεί: «Θα αποσύρετε τις κομματικές νεολαίες σας από τα πανεπιστήμια; Θα πάψετε να χρησιμοποιείτε τις εκλογές του φοιτητικού συνδικαλισμού σαν προκριματικές για την καταμέτρηση της δύναμης των κομμάτων σας; Εμείς, από δω και πέρα θα τηρήσουμε τον νόμο: για κάθε παρανομία στα πανεπιστήμια θα καλείται ο εισαγγελέας και η αστυνομία».
Ο φασισμός της κομματοκρατίας έχει, έντεχνα, εξαλείψει από τις μάζες τη συνείδηση ότι η αστυνόμευση είναι κοινωνικό λειτούργημα, συμφωνημένο από όλους όσους αποδεχόμαστε το Σύνταγμα της χώρας. Οι κάποιοι αστυνομικοί υπάλληλοι που κάνουν παράχρηση των αρμοδιοτήτων τους δεν είναι περισσότεροι από τους αντίστοιχους υπαλλήλους των εφοριών ή της πολεοδομίας. Η επέμβαση της αστυνομίας στα πανεπιστήμια είναι επέμβαση των εντεταλμένων της λαϊκής βούλησης, της βούλησης να γίνονται σεβαστοί οι νόμοι, να πατάσσεται η παρανομία, να μην είναι ασύδοτα τα κομματικά πρακτοράκια ή οι ψυχανώμαλοι θεριακλήδες κάθε σέχτας ιδεολογικής. Δεν υπάρχει δημοκρατία χωρίς αστυνόμευση της αυθαιρεσίας, της βίας, του ετσιθελισμού, από οπουδήποτε κι αν προέρχεται.
Η σύγχυση περνάει από τις συνειδήσεις στη γλώσσα: Η φασιστική συμπεριφορά ονοματίζεται «δημοκρατικό δικαίωμα», ο τραμπουκισμός «λαϊκή πάλη», η ωμή βία των γκανγκστερικών εκβιασμών «κοινωνικοί αγώνες». Για την εμπειρική ενάργεια αντίληψης της πραγματικότητας, ας κατανοήσει ο αναγνώστης τη λέξη «ασυδοσία» με εικόνες: Ελάχιστοι φοιτητές («ομάδες κρούσης» κομματικών νεολαιών) να διαλύουν βίαια συνελεύσεις συγκλήτων ή πανεπιστημιακών Τμημάτων. Να κάνουν «κατάληψη» σε πρυτανείες. Να χτίζουν καθηγητές μέσα στα γραφεία τους. Να λεηλατούν γραμματείες και καθηγητικά γραφεία. Να αποφασίζουν αυτοί ποιο μάθημα θα το αφήσουν να διδαχθεί, ποιο όχι.
Εικόνες παγιωμένες, σαράντα χρόνια τώρα, στα ελλαδικά πανεπιστήμια: Η πλημμυρίδα της αφισοκόλλησης στις αυλές, στα κλιμακοστάσια, στους διαδρόμους, στα αμφιθέατρα –κολλημένες οι κομματικές αφίσες σε επάλληλα στρώματα και με τον καιρό φουσκωμένες, κομματιασμένες– σιχαμερή κουρελαρία. Τα αιωρούμενα πανό, άλλη γυφτιά. Τα συνθήματα με σπρέι σε κάθε παραμικρή επιφάνεια τοίχου, σε σκαλοπάτια, σε κάποτε αρχοντικές ορθομαρμαρώσεις. Ο μανιακός βανδαλισμός – καθίσματα, έδρες, πορτοπαράθυρα κατεστραμμένα με σουγιά, μαρκαδόρο, κλειδιά. Τα θηριώδη μεγάφωνα στα προαύλια τις μέρες των φοιτητικών εκλογών για την εκκωφαντική διαφήμιση κάθε κομματικής νεολαίας, ετσιθελική κατάλυση της δυνατότητας να λειτουργήσουν παραδόσεις και εργαστήρια. Τα τραπεζάκια - μαγαζάκια των κομμάτων απέναντι από τις θυρίδες κάθε γραμματείας τις μέρες των εγγραφών, να ψαρεύουν οπαδούς αντιχαρίζοντας δωρεάν εκδρομές, γλέντια ή την υπόσχεση για έγκαιρη «εμπιστευτική» γνωστοποίηση των «θεμάτων» που θα βάλουν στις εξετάσεις ξεπουλημένοι στα κόμματα καθηγητές.
Εικόνες ντροπής: Λευκασμένοι στην έδρα και στην έρευνα δάσκαλοι, με όνομα σεβαστό στη διεθνή επιστημονική κοινότητα, να εκλιπαρούν παιδάρια, μεθυσμένα από την αχαλίνωτη βία, να τους επιτρέψουν να τελειώσουν το πείραμα που έχουν ξεκινήσει στο εργαστήριο ή την προχωρημένη ανάλυση στο σεμινάριο. Να ικετεύουν τους κομματικούς γενίτσαρους να επιτρέψουν την πρόσβαση στα καθηγητικά γραφεία, μήπως και περισωθεί δουλειά ετών αποθησαυρισμένη στους υπολογιστές. Ο εφιάλτης που έζησαν τα ελλαδικά πανεπιστήμια τα τελευταία σαράντα χρόνια ούτε να περιγραφεί μπορεί ούτε υπαινικτικά να σκιαγραφηθεί. Τα κόμματα στην Ελλάδα κατέλυσαν το πανεπιστήμιο.
Ισως η Αννα Διαμαντοπούλου να ήταν η μόνη υπουργός Παιδείας που τόλμησε να αντιτάξει σθένος στο έγκλημα. Το κομματικό σύστημα που την ανέδειξε, αυτό και την εξουδετέρωσε. Ενας πανεπιστημιακός, ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος, εξαγόρασε λίγους μήνες υπουργικής αίγλης αναλαμβάνοντας να ξηλώσει, πόντο-πόντο, τα όσα πρόλαβε να νομοθετήσει η Διαμαντοπούλου. Η ζούγκλα της ψυχανώμαλης ασυδοσίας διαιωνίζεται αυτονόητα και θριαμβικά.
Ας αντιπαραβάλει ο αναγνώστης εικόνες και πάλι: Τα πανεπιστήμια της ντροπής στο φθίνον Ελλαδιστάν με οποιουσδήποτε χώρους ευρωπαϊκού (ή και τουρκικού) πανεπιστημίου. Οι στοχεύσεις κάθε οργανωμένης κοινωνίας, οι εκτιμήσεις της για την ποιότητα της ζωής, αντανακλώνται στην αρχοντιά ή στη γυφτιά των χώρων της ανώτατης παιδείας.
Τη συνταγματική απαλλαγή μας από την κομματοκρατία πώς θα την πετύχουμε;