Υπήρξε, από την κυβέρνηση Τσίπρα, «τροποποίηση» (γράφε: εξουδετέρωση) της βασικής αρχής για «διαύγεια» στις διοικητικές αποφάσεις του ελληνικού Δημοσίου (δημοσιοποίηση, μέσω Διαδικτύου, κάθε έγκρισης δαπανών για κρατικές προμήθειες, δημόσια έργα κ.τ.ό.). Θα άξιζε κάποια ειδική δημοσκόπηση να καταμετρήσει την απογοήτευση και την οργή των δύσμοιρων υποτελών της κομματοκρατίας στην Ελλάδα. Τρεισήμισι μήνες περιμέναμε να δοκιμαστεί ευδιάκριτα η ανεξαρτησία ή εξάρτηση της «πρώτης αριστερής κυβέρνησης» (!) από τα άνομα συμφέροντα που διαφεντεύουν τη χώρα. Και την απάντηση την έδωσε («χωρίς αιδώ ή λύπην») ο τορπιλισμός του (αναιμικού έστω) θεσμού της «Διαύγειας».
Η έκφραση της αγανάκτησης έχει έγκαιρα εξουδετερωθεί: μονοπωλείται από τις κόκκινες και τις μαύρες ακρότητες. Μένει πνιγερή η αηδία, εμπειρικά τεκμηριωμένη η αίσθηση ότι «όλοι ίδιοι είναι». Συνδυάστηκε η υπονόμευση της «Διαύγειας» και με την από στόμα σε στόμα βεβαιούμενη πληροφόρηση για τους κομματικούς εγκαθέτους που εμφυτεύονται στους κόμβους της Δημόσιας Διοίκησης – προκλητικότερα, όπως πάντοτε, στη συφοριασμένη παιδεία. Επανακάμπτει λοιπόν το ερώτημα που μας γεννιόταν και με τον αυτοκαταστροφικό οίστρο του πράσινου και του γαλάζιου ΠΑΣΟΚ: Καλά, δεν βλέπουν, δεν καταλαβαίνουν πού οδηγούνται και πού μας οδηγούν;
Ο κ. Τσίπρας επέλεξε συνεργάτες για να διεκπεραιώσει ένα τιτάνιο, κυριολεκτικά, εγχείρημα – όχι για να κολακέψει εκλογικές περιφέρειες ή να ξεπληρώσει οφειλές σε υποστηρικτές του, δεν ήταν περίπτωση Σαμαρά ο κ. Τσίπρας. Αλλά μια τέτοια συνείδηση ανάληψης τεράστιας ευθύνης συνεπάγεται αμείλικτη μεταχείριση ανεπαρκών ή διαβρωμένων από την ιδιοτέλεια στελεχών. Δεν δίνονται προθεσμίες ούτε χρονικά περιθώρια διόρθωσης λαθών σε υπουργούς μιας κυβέρνησης που διαχειρίζεται την παντοδαπή χρεοκοπία της χώρας. Ο επαρχιωτικός ναρκισσισμός Βαρουφάκη που διέσυρε διεθνώς τη χώρα, δεν αναχαιτίστηκε ούτε έγκαιρα ούτε επαρκώς, οι προκλήσεις Κατρούγκαλου, ο εξωφρενικός παλαιοημερολογιτισμός Μπαλτά, οι ακροβασίες Παρασκευόπουλου συνεχίζουν να υπονομεύουν την κοινωνική συνοχή στο εσωτερικό, απαραίτητη όταν διακυβεύεται η ίδια η συλλογική μας υπόσταση διεθνώς.
Τη νύχτα της εκλογής του ο κ. Τσίπρας μίλησε στο πλήθος που τον επευφημούσε, και στα λεγόμενά του θέση κεντρική, δεσπόζουσα είχε η Ευρώπη, η ευρωπαϊκή ενοποίηση. Ηταν μια πρόκληση για τους ακροατές ή τηλεθεατές του να διερωτηθούμε, αν, πραγματικά, έχει οσφρανθεί το ουσιώδες: Οτι μια Ελλάδα έξω από την Ε.Ε., θα είναι μια Ελλάδα έξω από την Ιστορία. Οχι επειδή θα έχανε το βυζί για να θηλάζει την καταναλωτική ευδαιμονία, αλλά επειδή θα αποκοβόταν από τη δυνατότητα για ενεργό μετοχή στο ιστορικό γίγνεσθαι.
Φανταστήκαμε ότι, από την άλλη κιόλας μέρα, ο κ. Τσίπρας θα αλώνιζε την Ευρώπη, όχι για επαιτεία, όχι για να λανσάρει επαρχιωτικό, «αριστερό» νταϊλίκι, αλλά για να παλέψει και διεκδικήσει αυτό που κάποιοι ακόμα στην Ελλάδα, και όχι μόνο, πιστεύουμε ως στόχο της ευρωπαϊκής ενοποίησης: Να σωθεί και να πραγματωθεί στην πράξη η ευρωπαϊκή ταυτότητα – αυτό που είναι η Ευρώπη, αυτό που την ξεχωρίζει τόσο από την ασιατική Ανατολή όσο και από τη Βόρεια Αμερική.
Δύο «κόκκινες γραμμές», όρια ανυπέρβατα, συνιστούν την ευρωπαϊκή ταυτότητα: Η δημοκρατία (έστω και ο χρησιμοθηρικός εκπεσμός της σε «αντιπροσωπευτική») και το κοινωνικό κράτος. Οταν αγνοούνται ή και κατάφωρα παραβιάζονται αυτά τα όρια για να υποταχθεί η Ε.Ε. στους όρους της ασιατικής Ανατολής: την ποσοτική ανταγωνιστικότητα και την παραγωγικότητα ως αυταξία, όταν ιδιωτικοί (κερδοσκοπικοί) οίκοι «αξιολογούν» τις οικονομίες οργανωμένων κοινωνιών, ευρωπαϊκή ταυτότητα δεν υπάρχει πια, ο ευρωπαϊκός πολιτισμός είναι μόνο παρωχημένο ιδεολόγημα.
Η σημερινή Ελλάδα είναι τυπική περίπτωση κοινωνίας που αυτοδιαλύθηκε από προχωρημένη σήψη, αμοραλισμό και ανικανότητα της ηγέτιδος τάξης και του πολιτικού της συστήματος – παλινδρόμησε η χώρα σε έναν πρωτογονισμό εγωκεντρικής καταναλωτικής αδηφαγίας. Δεν θα ενδιέφερε η περίπτωσή της, αν δεν είχε γίνει δεκτή ως μέλος της Ε.Ε. με τους ρομαντικούς όρους «ενοποίησης» της Ευρώπης, προτού υποταχθεί η Ε.Ε. στην πρόκληση του άπω ασιατικού μοντέλου.
Οι όροι του άπω ασιατικού μοντέλου πρέπει να είχαν γίνει σιωπηρά δεκτοί στην Ε.Ε., όταν έγιναν επίσης μέλη της η Ρουμανία και η Βουλγαρία. Εχουν περάσει οχτώ χρόνια από τότε (2007) και οι δύο αυτές χώρες συνεχίζουν να βυθίζονται, δίχως ανάσχεση, σε εξαθλιωτική φτώχεια, τρομακτική κοινωνική αδικία και ευτελισμό, με αγνοημένες βάναυσα όλες τις «κατακτήσεις» που συγκροτούσαν άλλοτε την ευρωπαϊκή ταυτότητα. Η οδυνηρή σύγκριση με τις υπηρεσίες υγείας και την εξασφάλιση επιούσιας διατροφής (τουλάχιστον) που πρόσφερε το αμέσως προγενέστερο στις χώρες αυτές κομμουνιστικό καθεστώς, λειτουργεί ως ιστορικό τεκμήριο της απάνθρωπης βαναυσότητας και των δύο όψεων του αμφιπρόσωπου Ιστορικού Υλισμού.
Η παταγώδης οικονομική, πολιτική και κοινωνική κατάρρευση της Ελλάδας, το 2010, μοιάζει να είναι η final phase της αργόσυρτης παρακμής του Ελληνισμού ως μεταπρατικού «εθνικού κράτους». Η αντιμετώπιση όμως αυτής της ιστορικής τραγωδίας από τους «εταίρους» της Ε.Ε. έδειξε (εμφατικότερα και από την περίπτωση Ρουμανίας – Βουλγαρίας) πόσο ολοκληρωτικά υποταγμένη είναι πια η Ευρώπη στους όρους του άπω ασιατικού μοντέλου, στον εφιάλτη της τάχα και «ελευθερίας των αγορών», που με ανατριχιαστική διορατική ικανότητα περιέγραψε η Naomi Klein, το 2007.
Η Ε.Ε. έχει φανερά και απροσχημάτιστα απεμπολήσει την ευρωπαϊκή της ταυτότητα. Η «κόκκινη γραμμή» που λεγόταν «κοινωνικό κράτος» είναι επικίνδυνο να εκφέρεται έστω και λεκτικά: Εκβιάζει η Ευρώπη για κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, για μείωση του κατώτατου μισθού σε επίπεδα λιμοκτονίας, θέλει ασύδοτες τις ομαδικές απολύσεις, απαιτεί την καταλήστευση του συμφωνημένου μισθού και του αποταμιευμένου μόχθου (σύνταξης) των ηλικιωμένων. Και η «κόκκινη γραμμή» που λεγόταν «δημοκρατία», επίσης καταργημένη: Για την τύχη ολόκληρων κοινωνιών αποφασίζουν όχι οι εκλεγμένοι του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αλλά η διορισμένη γραφειοκρατία, οι εκλεκτοί των «αγορών». Και τις αποφάσεις: ποιοι θα ζήσουν, ποιοι θα πεθάνουν, τις ελέγχουν στην εφαρμογή τους άτεγκτοι γκαουλάιτερ των τραπεζικών συμφερόντων.
Ενας αφελληνισμένος Ελληνισμός εκούσια υποτελής σε μιαν Ευρώπη χωρίς ευρωπαϊκή ταυτότητα.
Η έκφραση της αγανάκτησης έχει έγκαιρα εξουδετερωθεί: μονοπωλείται από τις κόκκινες και τις μαύρες ακρότητες. Μένει πνιγερή η αηδία, εμπειρικά τεκμηριωμένη η αίσθηση ότι «όλοι ίδιοι είναι». Συνδυάστηκε η υπονόμευση της «Διαύγειας» και με την από στόμα σε στόμα βεβαιούμενη πληροφόρηση για τους κομματικούς εγκαθέτους που εμφυτεύονται στους κόμβους της Δημόσιας Διοίκησης – προκλητικότερα, όπως πάντοτε, στη συφοριασμένη παιδεία. Επανακάμπτει λοιπόν το ερώτημα που μας γεννιόταν και με τον αυτοκαταστροφικό οίστρο του πράσινου και του γαλάζιου ΠΑΣΟΚ: Καλά, δεν βλέπουν, δεν καταλαβαίνουν πού οδηγούνται και πού μας οδηγούν;
Ο κ. Τσίπρας επέλεξε συνεργάτες για να διεκπεραιώσει ένα τιτάνιο, κυριολεκτικά, εγχείρημα – όχι για να κολακέψει εκλογικές περιφέρειες ή να ξεπληρώσει οφειλές σε υποστηρικτές του, δεν ήταν περίπτωση Σαμαρά ο κ. Τσίπρας. Αλλά μια τέτοια συνείδηση ανάληψης τεράστιας ευθύνης συνεπάγεται αμείλικτη μεταχείριση ανεπαρκών ή διαβρωμένων από την ιδιοτέλεια στελεχών. Δεν δίνονται προθεσμίες ούτε χρονικά περιθώρια διόρθωσης λαθών σε υπουργούς μιας κυβέρνησης που διαχειρίζεται την παντοδαπή χρεοκοπία της χώρας. Ο επαρχιωτικός ναρκισσισμός Βαρουφάκη που διέσυρε διεθνώς τη χώρα, δεν αναχαιτίστηκε ούτε έγκαιρα ούτε επαρκώς, οι προκλήσεις Κατρούγκαλου, ο εξωφρενικός παλαιοημερολογιτισμός Μπαλτά, οι ακροβασίες Παρασκευόπουλου συνεχίζουν να υπονομεύουν την κοινωνική συνοχή στο εσωτερικό, απαραίτητη όταν διακυβεύεται η ίδια η συλλογική μας υπόσταση διεθνώς.
Τη νύχτα της εκλογής του ο κ. Τσίπρας μίλησε στο πλήθος που τον επευφημούσε, και στα λεγόμενά του θέση κεντρική, δεσπόζουσα είχε η Ευρώπη, η ευρωπαϊκή ενοποίηση. Ηταν μια πρόκληση για τους ακροατές ή τηλεθεατές του να διερωτηθούμε, αν, πραγματικά, έχει οσφρανθεί το ουσιώδες: Οτι μια Ελλάδα έξω από την Ε.Ε., θα είναι μια Ελλάδα έξω από την Ιστορία. Οχι επειδή θα έχανε το βυζί για να θηλάζει την καταναλωτική ευδαιμονία, αλλά επειδή θα αποκοβόταν από τη δυνατότητα για ενεργό μετοχή στο ιστορικό γίγνεσθαι.
Φανταστήκαμε ότι, από την άλλη κιόλας μέρα, ο κ. Τσίπρας θα αλώνιζε την Ευρώπη, όχι για επαιτεία, όχι για να λανσάρει επαρχιωτικό, «αριστερό» νταϊλίκι, αλλά για να παλέψει και διεκδικήσει αυτό που κάποιοι ακόμα στην Ελλάδα, και όχι μόνο, πιστεύουμε ως στόχο της ευρωπαϊκής ενοποίησης: Να σωθεί και να πραγματωθεί στην πράξη η ευρωπαϊκή ταυτότητα – αυτό που είναι η Ευρώπη, αυτό που την ξεχωρίζει τόσο από την ασιατική Ανατολή όσο και από τη Βόρεια Αμερική.
Δύο «κόκκινες γραμμές», όρια ανυπέρβατα, συνιστούν την ευρωπαϊκή ταυτότητα: Η δημοκρατία (έστω και ο χρησιμοθηρικός εκπεσμός της σε «αντιπροσωπευτική») και το κοινωνικό κράτος. Οταν αγνοούνται ή και κατάφωρα παραβιάζονται αυτά τα όρια για να υποταχθεί η Ε.Ε. στους όρους της ασιατικής Ανατολής: την ποσοτική ανταγωνιστικότητα και την παραγωγικότητα ως αυταξία, όταν ιδιωτικοί (κερδοσκοπικοί) οίκοι «αξιολογούν» τις οικονομίες οργανωμένων κοινωνιών, ευρωπαϊκή ταυτότητα δεν υπάρχει πια, ο ευρωπαϊκός πολιτισμός είναι μόνο παρωχημένο ιδεολόγημα.
Η σημερινή Ελλάδα είναι τυπική περίπτωση κοινωνίας που αυτοδιαλύθηκε από προχωρημένη σήψη, αμοραλισμό και ανικανότητα της ηγέτιδος τάξης και του πολιτικού της συστήματος – παλινδρόμησε η χώρα σε έναν πρωτογονισμό εγωκεντρικής καταναλωτικής αδηφαγίας. Δεν θα ενδιέφερε η περίπτωσή της, αν δεν είχε γίνει δεκτή ως μέλος της Ε.Ε. με τους ρομαντικούς όρους «ενοποίησης» της Ευρώπης, προτού υποταχθεί η Ε.Ε. στην πρόκληση του άπω ασιατικού μοντέλου.
Οι όροι του άπω ασιατικού μοντέλου πρέπει να είχαν γίνει σιωπηρά δεκτοί στην Ε.Ε., όταν έγιναν επίσης μέλη της η Ρουμανία και η Βουλγαρία. Εχουν περάσει οχτώ χρόνια από τότε (2007) και οι δύο αυτές χώρες συνεχίζουν να βυθίζονται, δίχως ανάσχεση, σε εξαθλιωτική φτώχεια, τρομακτική κοινωνική αδικία και ευτελισμό, με αγνοημένες βάναυσα όλες τις «κατακτήσεις» που συγκροτούσαν άλλοτε την ευρωπαϊκή ταυτότητα. Η οδυνηρή σύγκριση με τις υπηρεσίες υγείας και την εξασφάλιση επιούσιας διατροφής (τουλάχιστον) που πρόσφερε το αμέσως προγενέστερο στις χώρες αυτές κομμουνιστικό καθεστώς, λειτουργεί ως ιστορικό τεκμήριο της απάνθρωπης βαναυσότητας και των δύο όψεων του αμφιπρόσωπου Ιστορικού Υλισμού.
Η παταγώδης οικονομική, πολιτική και κοινωνική κατάρρευση της Ελλάδας, το 2010, μοιάζει να είναι η final phase της αργόσυρτης παρακμής του Ελληνισμού ως μεταπρατικού «εθνικού κράτους». Η αντιμετώπιση όμως αυτής της ιστορικής τραγωδίας από τους «εταίρους» της Ε.Ε. έδειξε (εμφατικότερα και από την περίπτωση Ρουμανίας – Βουλγαρίας) πόσο ολοκληρωτικά υποταγμένη είναι πια η Ευρώπη στους όρους του άπω ασιατικού μοντέλου, στον εφιάλτη της τάχα και «ελευθερίας των αγορών», που με ανατριχιαστική διορατική ικανότητα περιέγραψε η Naomi Klein, το 2007.
Η Ε.Ε. έχει φανερά και απροσχημάτιστα απεμπολήσει την ευρωπαϊκή της ταυτότητα. Η «κόκκινη γραμμή» που λεγόταν «κοινωνικό κράτος» είναι επικίνδυνο να εκφέρεται έστω και λεκτικά: Εκβιάζει η Ευρώπη για κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, για μείωση του κατώτατου μισθού σε επίπεδα λιμοκτονίας, θέλει ασύδοτες τις ομαδικές απολύσεις, απαιτεί την καταλήστευση του συμφωνημένου μισθού και του αποταμιευμένου μόχθου (σύνταξης) των ηλικιωμένων. Και η «κόκκινη γραμμή» που λεγόταν «δημοκρατία», επίσης καταργημένη: Για την τύχη ολόκληρων κοινωνιών αποφασίζουν όχι οι εκλεγμένοι του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αλλά η διορισμένη γραφειοκρατία, οι εκλεκτοί των «αγορών». Και τις αποφάσεις: ποιοι θα ζήσουν, ποιοι θα πεθάνουν, τις ελέγχουν στην εφαρμογή τους άτεγκτοι γκαουλάιτερ των τραπεζικών συμφερόντων.
Ενας αφελληνισμένος Ελληνισμός εκούσια υποτελής σε μιαν Ευρώπη χωρίς ευρωπαϊκή ταυτότητα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου