Ζούμε έναν ρεαλιστικότατο (όχι ρητορικό - αλληγορικό) εφιάλτη. Και ζούμε εφιάλτη, όχι επειδή ακροβατούμε μεταξύ άτακτης χρεοκοπίας και εξανδραποδιστικής υποτέλειας, όχι. Η τρομακτική καταστροφή που έχει συμβεί στη χώρα μας, είναι η ολοκληρωτική κοινωνική διάλυση. Κυριολεκτικά.
Συγκροτήστε την εικόνα: Η κυβέρνηση να παζαρεύει μισθούς και συντάξεις του επόμενου μήνα (το ψωμί της πλειονότητας του πληθυσμού) και οι οπαδοί ποδοσφαιρικών ομάδων να μαχαιρώνονται στους δρόμους για την κρετινική τους θρησκοληψία (25.4.2015). Θυμηθείτε: σήματα και πινακίδες της τροχαίας κατεστραμμένα από «πολίτες» - κάφρους σε ολόκληρη τη χώρα. «Καταλήψεις» δημόσιων κτιρίων στην καρδιά της πρωτεύουσας επί βδομάδες, με άθλια κουρελαρία συνθημάτων για «συμπαράσταση» σε στυγνούς δολοφόνους. Συμπληρώστε την εικόνα της διάλυσης με το σύμπτωμα του πλιάτσικου πού; Στα νοσοκομεία – να κλέβουν οι «ασφαλισμένοι» τις κουρτίνες, τα τηλεχειριστήρια, ακόμα και τα σκεπάσματα από τις λεκάνες των αποχωρητηρίων. Μην ξεχνάμε: θρυμματισμένα με βαριοπούλες τα όποια ελάχιστα απομεινάρια μαρμάρινων διακοσμήσεων στο κέντρο της Αθήνας, τον παρανοϊκό βανδαλισμό κάθε πανεπιστημιακού κτιρίου και κάθε σχολείου.
Περάστε τώρα σε άλλο επίπεδο: Βασικό δεδομένο του εφιάλτη της κοινωνικής διάλυσης, αλλά και θεμελιώδης συντελεστής, η κατάργηση της πληροφόρησης. Οχι με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου (πρόσφατο δικτατορικό εύρημα), αλλά εκ των πραγμάτων: Ακούμε, βλέπουμε ή διαβάζουμε «ειδήσεις» και κάθε ραδιόφωνο, κανάλι ή εφημερίδα παρουσιάζει το ίδιο (κάποιο) γεγονός από τόσο διαφορετική οπτική γωνία, ώστε η είδηση να παραπέμπει από μερικούς σε θριαμβικό κατόρθωμα και από άλλους σε συμφορά – δημοσιογράφοι (λειτουργοί της κοινωνικής πληροφόρησης) κι από τις δυο μεριές. Οπως και στη Βουλή, με κάθε θέμα που έρχεται για «συζήτηση»: οι αντιθέσεις είναι προκαθορισμένες, αυτονόητες, υποχρεωτικές. Το «άσπρο» του ενός πρέπει να είναι «μαύρο» για τον άλλον.
Οι πολίτες που καταλαβαίνουν ή διαισθάνονται ότι έντιμη, απροκατάληπτη δημοσιογραφική πληροφόρηση και ανιδιοτελής πολιτικός λόγος δεν υπάρχουν στη χώρα (είναι είδος ολοκληρωτικά εξαφανισμένο), αντιδρούν με δύο κυρίως τρόπους: Ή γαντζώνονται σε ένα από τα προβαλλόμενα ψεύδη (σε όποιο ταιριάζει καλύτερα στις ψυχολογικές τους προκαταλήψεις) – γαντζώνονται με πείσμα αποκαλυπτικό του άλογου, ενορμητικού (όχι ελεύθερου – κριτικού) χαρακτήρα της επιλογής. Ή εγκαταλείπονται στην απόγνωση που φαρμακώνει τη ζωή τους.
Αυτή η εξάρτηση της ζωής, της ανθρωπιάς, των ελπίδων μιας κοινωνίας (εκατομμυρίων ανθρώπων) από την ιδιοτελέστατη αυθαιρεσία ανθρώπων της «πληροφόρησης» και επαγγελματιών της πολιτικής δημιουργεί κακοήθη νεοπλάσματα στον συλλογικό βίο. Δεν έχουμε ακόμα γλωσσικά σημαίνοντα για να σημάνουμε αυτή την κακοήθεια. Εξακολουθούμε να ονομάζουμε «ειδήσεις» τη μεθοδική και χυδαία παραπληροφόρηση. Ονομάζουμε «πολιτικά κόμματα» τις συντεχνίες της εξουσιαστικής ιδιοτέλειας (ακόμα και υποδίκων στην κοινή συνείδηση για καταλήστευση του κοινωνικού χρήματος), συντεχνίες λωποδυτών ή τραμπούκων νεοναζιστών ή νοσταλγών και υπέρμαχων της σταλινικής φρίκης.
Εξακολουθούμε να ονομάζουμε «τρίτη εξουσία» το δικαστικό σώμα, που την ηγεσία του τη διορίζουν οι αποκλειστικοί εξουσιαστές της χώρας: τα κόμματα. Ονομάζουμε «φορολογία» κάθε αυθαίρετο χαράτσι, αδιάντροπη κλοπή του μόχθου των πολιτών για να πληρωθούν χρέη εξωφρενικά που μας φόρτωσαν εγκληματίες «πολιτικοί» προκειμένου να συντηρήσουν το «πελατειακό κράτος» τους.
Το ψεύτισμα κάθε κοινωνικής λειτουργίας, η πλαστογράφηση θεσμών και κοινωνικών κατακτήσεων, η καμουφλαρισμένη αλλά μεθοδική κατάλυση του κοινωνικού κράτους, ο παλιμβαρβαρισμός της ιδιωτικοποίησης των πάντων, ο ολοκληρωτισμός της φεουδαλικής απολυταρχίας των «αγορών», είναι άραγε αναστρέψιμα ιστορικά δεδομένα; Η εφιαλτική διάλυση της ελληνικής κοινωνίας, η καταστροφή της γλώσσας, η διαστροφή της ιστορικής αυτοσυνειδησίας, η θρησκειοποίηση του εκκλησιαστικού γεγονότος, κοντολογίς: η έκλειψη του Ελληνισμού από τον στίβο της Ιστορίας, είναι συμπτώματα που επιδέχονται αντιστροφή ή είναι τεκμήρια αναπότρεπτου τέλους;
Πολιτική απάντηση (απάντηση πολιτικής πρακτικής) δεν μπορεί να υπάρξει σε αυτό το ερώτημα. Ακόμα κι αν ολόκληρο το υπέρογκο χρέος, το εξωφρενικό, μάς το χάριζαν οι δανειστές μας, οι αντικοινωνικές συμπεριφορές, ο πρωτογονισμός, ο αχαλίνωτος εγωκεντρισμός, πώς θα μπορούσαν να αναχαιτιστούν; Οδήγησε ποτέ σε κοινωνική συνοχή ο καταναλωτισμός; Δημιούργησαν ποτέ κοινωνική συνείδηση οι ηθικολογίες, τα εθνικιστικά φληναφήματα, εξαλείφθηκε ποτέ με ξόρκια και κατάρες η φαυλότητα, η κτηνώδικη χρηματολαγνεία;
Ο Ελληνισμός δεν είναι φυλή, δεν επέζησε χιλιάδες χρόνια χάρη στους νόμους της ζωολογίας. Είναι γένος, γέννημα τρόπου ύπαρξης και συνύπαρξης, δηλαδή πρόταση πολιτισμού με πανανθρώπινη δυναμική. Επιβιώνει ο Ελληνισμός όσο σαρκώνει την πρόταση βίου που τον ανάδειξε ξεχωριστόν στην Ιστορία, τον αντιδιέστειλε από τον πρωτογονισμό του ατομοκεντρισμού, δηλαδή της βαρβαρότητας.
Οπως στους αιώνες της Τουρκοκρατίας έτσι και στον ζόφο της σημερινής καταστροφής και ατίμωσης, αν ο Ελληνισμός σωθεί, αυτό θα γίνει όχι με τη λογική της εξουσίας, των νομοθετημάτων, τα καραγκιοζιλίκια της ξιπασιάς του «εκσυγχρονισμού». Θα γίνει με τη λογική της «μαγιάς» που έλεγε ο Μακρυγιάννης, της κρυμμένης μέσα στο νεκρό φύραμα παρουσίας ζωντανών ανθρώπων – και ζωντανός άνθρωπος είναι αυτός που σώζει νόημα ζωής, χαρά ζωής, μέσα στον απελπισμό της αποσύνθεσης.
Μια χούφτα δάσκαλοι, μια χούφτα παπάδες, μια χούφτα άνθρωποι της Τέχνης, της μαστοριάς. Από τα κάτω φυτρώνει η ελπίδα, όχι από τα μεγάφωνα. Στους ελάχιστους σώζεται το θάμβος της ελληνικής λαλιάς, η αξιοπρέπεια της ιστορικής αυτοσυνειδησίας, το σθένος της πίστης - εμπιστοσύνης κρυμμένο, για αιώνες, στην ακαταμάχητη φρασούλα: «έχει ο Θεός».
Συγκροτήστε την εικόνα: Η κυβέρνηση να παζαρεύει μισθούς και συντάξεις του επόμενου μήνα (το ψωμί της πλειονότητας του πληθυσμού) και οι οπαδοί ποδοσφαιρικών ομάδων να μαχαιρώνονται στους δρόμους για την κρετινική τους θρησκοληψία (25.4.2015). Θυμηθείτε: σήματα και πινακίδες της τροχαίας κατεστραμμένα από «πολίτες» - κάφρους σε ολόκληρη τη χώρα. «Καταλήψεις» δημόσιων κτιρίων στην καρδιά της πρωτεύουσας επί βδομάδες, με άθλια κουρελαρία συνθημάτων για «συμπαράσταση» σε στυγνούς δολοφόνους. Συμπληρώστε την εικόνα της διάλυσης με το σύμπτωμα του πλιάτσικου πού; Στα νοσοκομεία – να κλέβουν οι «ασφαλισμένοι» τις κουρτίνες, τα τηλεχειριστήρια, ακόμα και τα σκεπάσματα από τις λεκάνες των αποχωρητηρίων. Μην ξεχνάμε: θρυμματισμένα με βαριοπούλες τα όποια ελάχιστα απομεινάρια μαρμάρινων διακοσμήσεων στο κέντρο της Αθήνας, τον παρανοϊκό βανδαλισμό κάθε πανεπιστημιακού κτιρίου και κάθε σχολείου.
Περάστε τώρα σε άλλο επίπεδο: Βασικό δεδομένο του εφιάλτη της κοινωνικής διάλυσης, αλλά και θεμελιώδης συντελεστής, η κατάργηση της πληροφόρησης. Οχι με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου (πρόσφατο δικτατορικό εύρημα), αλλά εκ των πραγμάτων: Ακούμε, βλέπουμε ή διαβάζουμε «ειδήσεις» και κάθε ραδιόφωνο, κανάλι ή εφημερίδα παρουσιάζει το ίδιο (κάποιο) γεγονός από τόσο διαφορετική οπτική γωνία, ώστε η είδηση να παραπέμπει από μερικούς σε θριαμβικό κατόρθωμα και από άλλους σε συμφορά – δημοσιογράφοι (λειτουργοί της κοινωνικής πληροφόρησης) κι από τις δυο μεριές. Οπως και στη Βουλή, με κάθε θέμα που έρχεται για «συζήτηση»: οι αντιθέσεις είναι προκαθορισμένες, αυτονόητες, υποχρεωτικές. Το «άσπρο» του ενός πρέπει να είναι «μαύρο» για τον άλλον.
Οι πολίτες που καταλαβαίνουν ή διαισθάνονται ότι έντιμη, απροκατάληπτη δημοσιογραφική πληροφόρηση και ανιδιοτελής πολιτικός λόγος δεν υπάρχουν στη χώρα (είναι είδος ολοκληρωτικά εξαφανισμένο), αντιδρούν με δύο κυρίως τρόπους: Ή γαντζώνονται σε ένα από τα προβαλλόμενα ψεύδη (σε όποιο ταιριάζει καλύτερα στις ψυχολογικές τους προκαταλήψεις) – γαντζώνονται με πείσμα αποκαλυπτικό του άλογου, ενορμητικού (όχι ελεύθερου – κριτικού) χαρακτήρα της επιλογής. Ή εγκαταλείπονται στην απόγνωση που φαρμακώνει τη ζωή τους.
Αυτή η εξάρτηση της ζωής, της ανθρωπιάς, των ελπίδων μιας κοινωνίας (εκατομμυρίων ανθρώπων) από την ιδιοτελέστατη αυθαιρεσία ανθρώπων της «πληροφόρησης» και επαγγελματιών της πολιτικής δημιουργεί κακοήθη νεοπλάσματα στον συλλογικό βίο. Δεν έχουμε ακόμα γλωσσικά σημαίνοντα για να σημάνουμε αυτή την κακοήθεια. Εξακολουθούμε να ονομάζουμε «ειδήσεις» τη μεθοδική και χυδαία παραπληροφόρηση. Ονομάζουμε «πολιτικά κόμματα» τις συντεχνίες της εξουσιαστικής ιδιοτέλειας (ακόμα και υποδίκων στην κοινή συνείδηση για καταλήστευση του κοινωνικού χρήματος), συντεχνίες λωποδυτών ή τραμπούκων νεοναζιστών ή νοσταλγών και υπέρμαχων της σταλινικής φρίκης.
Εξακολουθούμε να ονομάζουμε «τρίτη εξουσία» το δικαστικό σώμα, που την ηγεσία του τη διορίζουν οι αποκλειστικοί εξουσιαστές της χώρας: τα κόμματα. Ονομάζουμε «φορολογία» κάθε αυθαίρετο χαράτσι, αδιάντροπη κλοπή του μόχθου των πολιτών για να πληρωθούν χρέη εξωφρενικά που μας φόρτωσαν εγκληματίες «πολιτικοί» προκειμένου να συντηρήσουν το «πελατειακό κράτος» τους.
Το ψεύτισμα κάθε κοινωνικής λειτουργίας, η πλαστογράφηση θεσμών και κοινωνικών κατακτήσεων, η καμουφλαρισμένη αλλά μεθοδική κατάλυση του κοινωνικού κράτους, ο παλιμβαρβαρισμός της ιδιωτικοποίησης των πάντων, ο ολοκληρωτισμός της φεουδαλικής απολυταρχίας των «αγορών», είναι άραγε αναστρέψιμα ιστορικά δεδομένα; Η εφιαλτική διάλυση της ελληνικής κοινωνίας, η καταστροφή της γλώσσας, η διαστροφή της ιστορικής αυτοσυνειδησίας, η θρησκειοποίηση του εκκλησιαστικού γεγονότος, κοντολογίς: η έκλειψη του Ελληνισμού από τον στίβο της Ιστορίας, είναι συμπτώματα που επιδέχονται αντιστροφή ή είναι τεκμήρια αναπότρεπτου τέλους;
Πολιτική απάντηση (απάντηση πολιτικής πρακτικής) δεν μπορεί να υπάρξει σε αυτό το ερώτημα. Ακόμα κι αν ολόκληρο το υπέρογκο χρέος, το εξωφρενικό, μάς το χάριζαν οι δανειστές μας, οι αντικοινωνικές συμπεριφορές, ο πρωτογονισμός, ο αχαλίνωτος εγωκεντρισμός, πώς θα μπορούσαν να αναχαιτιστούν; Οδήγησε ποτέ σε κοινωνική συνοχή ο καταναλωτισμός; Δημιούργησαν ποτέ κοινωνική συνείδηση οι ηθικολογίες, τα εθνικιστικά φληναφήματα, εξαλείφθηκε ποτέ με ξόρκια και κατάρες η φαυλότητα, η κτηνώδικη χρηματολαγνεία;
Ο Ελληνισμός δεν είναι φυλή, δεν επέζησε χιλιάδες χρόνια χάρη στους νόμους της ζωολογίας. Είναι γένος, γέννημα τρόπου ύπαρξης και συνύπαρξης, δηλαδή πρόταση πολιτισμού με πανανθρώπινη δυναμική. Επιβιώνει ο Ελληνισμός όσο σαρκώνει την πρόταση βίου που τον ανάδειξε ξεχωριστόν στην Ιστορία, τον αντιδιέστειλε από τον πρωτογονισμό του ατομοκεντρισμού, δηλαδή της βαρβαρότητας.
Οπως στους αιώνες της Τουρκοκρατίας έτσι και στον ζόφο της σημερινής καταστροφής και ατίμωσης, αν ο Ελληνισμός σωθεί, αυτό θα γίνει όχι με τη λογική της εξουσίας, των νομοθετημάτων, τα καραγκιοζιλίκια της ξιπασιάς του «εκσυγχρονισμού». Θα γίνει με τη λογική της «μαγιάς» που έλεγε ο Μακρυγιάννης, της κρυμμένης μέσα στο νεκρό φύραμα παρουσίας ζωντανών ανθρώπων – και ζωντανός άνθρωπος είναι αυτός που σώζει νόημα ζωής, χαρά ζωής, μέσα στον απελπισμό της αποσύνθεσης.
Μια χούφτα δάσκαλοι, μια χούφτα παπάδες, μια χούφτα άνθρωποι της Τέχνης, της μαστοριάς. Από τα κάτω φυτρώνει η ελπίδα, όχι από τα μεγάφωνα. Στους ελάχιστους σώζεται το θάμβος της ελληνικής λαλιάς, η αξιοπρέπεια της ιστορικής αυτοσυνειδησίας, το σθένος της πίστης - εμπιστοσύνης κρυμμένο, για αιώνες, στην ακαταμάχητη φρασούλα: «έχει ο Θεός».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου