12/5/15

«Δώρο» σε ελληνικές εταιρείες η συνταγογράφηση γενόσημων με εμπορική ονομασία

«Δώρο» πολλών εκατομμυρίων στις ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες αποτελεί η αντικατάσταση στη συντογογράφηση φαρμάκων με την εμπορική τους ονομασία αντί της δραστικής ουσίας. Η επιστροφή του brand name στη συνταγογράφηση αποκλειστικά και μόνο για γενόσημα, τα οποία αποτελούν και το βασικό προϊόν της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας. 
Ερμηνευτική εγκύκλιος του υπουργού Υγείας Παναγιώτη Κουρουμπλή δίνει το πράσινο φως στους γιατρούς να προτείνουν εμπορική ονομασία φαρμάκου επιπλέον της δραστικής ουσίας αρκεί να πρόκειται για γενόσημο. Η συνταγογράφηση με δραστική ουσία εφαρμόστηκε το 2012 - μέχρι τότε ίσχυε η ιατρική συνταγή με την εμπορική ονομασία φαρμάκου, δηλαδή έως το 2012 ο γιατρός συνταγογραφούσε, για παράδειγμα, Depon, ενώ μετά παρακεταμόλη. Το μέτρο κρίθηκε αναγκαίο από την τότε ηγεσία του υπουργείου Υγείας προκειμένου να προωθηθούν τα φθηνότερα αντίγραφα φάρμακα (γενόσημα), σε μια προσπάθεια συγκράτησης της φαρμακευτικής δαπάνης, η οποία από 3,92 δισ. ευρώ που ήταν το 2011 έπρεπε να μειωθεί σε 2,88 δισ. ευρώ το 2012. Το μέτρο, όμως, πυροδότησε σφοδρές αντιδράσεις από τους γιατρούς και την εγχώρια φαρμακοβιομηχανία. Οι γιατροί προσέφυγαν στο ΣτΕ ζητώντας την ακύρωση της συνταγογράφησης με δραστική ουσία διότι «απομακρύνει την ευθύνη της θεραπείας από τον γιατρό και τη μεταθέτει στις γκρίζες ζώνες του φθηνού εμπορίου ορισμένων φαρμακοβιομηχανιών». Στο πλευρό των ιατρών στάθηκε η Πανελλήνια Ενωση Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ). 
Φαρμακοποιοί κατά γιατρών
Ο νόμος όριζε ότι οι φαρμακοποιοί υποχρεούνται να χορηγούν στους ασφαλισμένους το φθηνότερο γενόσημο που περιέχει τη συνταγογραφημένη δραστική ουσία. Ετσι, ενώ οι γιατροί έχαναν τον έλεγχο της συνταγογράφησης, οι φαρμακοποιοί καλούνταν να διαχειριστούν το προνομιακό πεδίο της προώθησης του φθηνότερου φαρμάκου στους ασθενείς. Αυτό δεν τους εμπόδιζε βεβαίως να στηλιτεύουν με κάθε ευκαιρία «το σύστημα διαπλοκής μεταξύ φαρμακοβιομηχανιών και γιατρών που έτρεφε στο παρελθόν η χρήση της εμπορικής και μόνο ονομασίας».
Παράλληλα με τη δικαστική αντιπαράθεση γιατρών και υπουργείου Υγείας (σημειωτέον, έληξε πριν από τον περασμένο Νοέμβριο, οπότε η Ολομέλεια του ΣτΕ απέρριψε τις αιτήσεις ακύρωσης των ιατρικών συλλόγων), ο πόλεμος για την πίτα της συνταγογράφησης μεταξύ γιατρών και φαρμακοποιών συνεχιζόταν: οι γιατροί συνταγογραφούσαν δραστικές ουσίες που δεν είχαν γενόσημα, είτε έγραφαν δραστική ουσία αλλά «καθοδηγούσαν» τους ασφαλισμένους σε συγκεκριμένα φάρμακα και οι φαρμακοποιοί συνήθως συνιστούσαν ακριβότερο σκεύασμα ώστε να εισπράξουν μεγαλύτερη συμμετοχή. 
Θερμή υποδοχή από ΙΣΑ και ΠΕΦ
Στο μεταξύ τέθηκε πλαφόν στις συνταγές με εμπορική ονομασία (ορίστηκε στο 15% της μηνιαίας αξίας της συνταγογράφησης κάθε γιατρού), αλλά το αποτέλεσμα δεν άλλαξε. Από τα 6.500 φάρμακα που κυκλοφόρησαν στη χώρα το 2014, τα 100 πρώτα απορρόφησαν το 48% της συνολικής δαπάνης, με τα τρία εξ αυτών μόνο να είναι γενόσημα. Πλέον, με την εγκύκλιο του υπουργού Υγείας οι γιατροί θα μπορούν να συνταγογραφούν γενόσημο με «ονοματεπώνυμο» απεριόριστα, καθώς η συγκεκριμένη συνταγογράφηση δεν θα προσμετράται στο πλαφόν του 15%. 
Η δυνατότητα επιλογής φαρμάκου με εμπορική ονομασία έτυχε θετικής ανταπόκρισης από τους γιατρούς, με τους εκπροσώπους τους (ΙΣΑ, ΠΙΣ) να δηλώνουν δικαιωμένοι διότι «η συνταγογράφηση αποτελεί τον πυλώνα της θεραπείας και πρέπει να είναι ευθύνη, επιστημονικά και δεοντολογικά, μόνο του γιατρού». Την ικανοποίησή τους εξέφρασαν και οι εκπρόσωποι της ΠΕΦ χαιρετίζοντας την εγκύκλιο, διότι «προστατεύει τη δημόσια υγεία θεσπίζοντας συνταγογράφηση με επώνυμο γενόσημο, αλλά και την οικονομία, αναγνωρίζοντας την ελληνική φαρμακοβιομηχανία ως πυλώνα ανάπτυξης και απασχόλησης». Οση εξωστρέφεια διακρίνει την εγχώρια φαρμακοβιομηχανία όταν πρόκειται για την προβολή του brand name της στα φάρμακα τόσο πέφτουν οι τόνοι σε ό,τι αφορά το θέμα των τιμών των γενοσήμων. Η τιμή των γενόσημων φαρμάκων είναι θέμα-ταμπού για τη νυν ηγεσία του υπουργείου Υγείας, όπως και για τις προηγούμενες. 
Οσοι ασχολούνται με το φάρμακο και τα οικονομικά της υγείας γνωρίζουν ότι πολλά φάρμακα εκτός πατέντας (κυρίως ξένων εταιρειών) και γενόσημα (κυρίως ελληνικών) εξακολουθούν να έχουν πολύ υψηλές τιμές στην Ελλάδα σε σύγκριση με άλλες χώρες. Παρότι η αλλαγή του τρόπου τιμολόγησης των γενοσήμων και των εκτός πατέντας φαρμάκων ήταν μνημονιακό ζητούμενο, ουδέποτε προχώρησε. Το περιθώριο κέρδους που έχουν οι εταιρείες παραγωγής και διακίνησης γενοσήμων είναι πολύ μεγάλο ώστε να ενοχοποιείται για διαπλεκόμενες σχέσεις γιατρών και εταιρειών και για κύμα κατευθυνόμενης συνταγογράφησης. Παράγοντες της ΠΕΦ αρνούνται ότι υπάρχει αλυσίδα προώθησης φαρμάκων μεταξύ εταιρειών και γιατρών και επικαλούνται την ηλεκτρονική συνταγογράφηση και τα στοιχεία που διαθέτει η Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση Κοινωνικής Ασφάλισης (ΗΔΙΚΑ) για να παρακολουθεί τι γράφουν οι γιατροί. Οι υψηλές τιμές των εκτός πατέντας και των αντίγραφων φαρμάκων, πάντως, πιέζουν τη συρρικνωμένη φαρμακευτική δαπάνη (φέτος είναι 2 δισ. ευρώ) μπλοκάροντας ουσιαστικά την είσοδο καινοτόμων φαρμάκων.  Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, τα γενόσημα κατέχουν το 24,5% από πλευράς όγκου και το 21% από πλευράς αξίας επί της συνολικής φαρμακευτικής δαπάνης, όταν σε άλλες χώρες της Ευρώπης φτάνουν και στο 60%. 
Στελέχη του ΕΟΠΥΥ και του υπουργείου Υγείας θεωρούν ότι η συνταγογράφηση γενοσήμων με εμπορική ονομασία αποτελεί σημαντικό εργαλείο που θα τους επιτρέψει να ελέγξουν τη δαπάνη.  «Εάν θεωρήσουμε δεδομένο ότι ο γιατρός κάνει τη σωστή διάγνωση για την πάθηση και συνταγογραφεί το σωστό σκεύασμα, για μας το θέμα που ανακύπτει πλέον είναι να διαχειριστούμε σωστά τον όγκο κίνησης κάθε σκευάσματος. Εάν συνταγογραφείται, π.χ., κατά κόρον κάποιο συγκεκριμένο επώνυμο φάρμακο, γενόσημο ή πρωτότυπο, για τη χοληστερίνη, αυτό μπορεί να αποτελέσει διαπραγματευτικό ατού για το υπουργείο Υγείας, για παράδειγμα, να ζητήσει έκπτωση από την εταιρεία παραγωγής του», λέει στέλεχος του υπουργείου. Οι διαπραγματεύσεις για την επίτευξη συμφωνίας μείωσης των τιμών των φαρμάκων ανάλογα με τον όγκο των πωλήσεών τους, την οποία ετοιμάζεται να εφαρμόσει και η Ελλάδα, αποτελούν συνήθη πρακτική άλλων χωρών. Μένει να αποδειχτεί, βεβαίως, εάν θα εφαρμοστεί για μια ακόμη φορά ένα θετικό μεν, αλλά αποσπασματικό μέτρο και, το κυριότερο, «ευνοϊκό» μόνο για τη φαρμακοβιομηχανία και όχι για τη δημόσια φαρμακευτική δαπάνη και τους Ελληνες ασφαλισμένους. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: