Συνυπεύθυνοι καθίστανται ουσιαστικά οι λογιστές και οι φοροτεχνικοί εφόσον δεν αναφέρουν στις αρχές τυχόν ξέπλυμα βρώμικου χρήματος και φοροδιαφυγή που κάνουν οι πελάτες τους και πέφτει στην αντίληψή τους. Αυτό προκύπτει από εγκύκλιο που έστειλε το υπουργείο Οικονομικών σε όλες τις εφορίες της χώρας, το ΣΔΟΕ και την Αρχή Καταπολέμησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες.
Ειδικότερα, στην εγκύκλιο ορίζεται ότι οι υπηρεσίες και οι επαγγελματίες που διαπιστώνουν ή έχουν υπόνοιες κατά τις συναλλαγές τους με φορολογούμενους ότι οι τελευταίοι επιχειρούν να νομιμοποιήσουν με τρόπους όπως η “μετατροπή, μεταβίβαση, κατοχή, χρησιμοποίηση” κεφαλαίων που προέρχονται από εγκληματική δραστηριότητα (π.χ. δωροδοκία, σωματεμπορία, εμπορία ναρκωτικών, φοροδιαφυγή που συνιστά φορολογικό αδίκημα, αδικήματα λαθρεμπορίας κ.λπ) τότε οφείλουν να υποβάλουν σχετική αναφορά στην “Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης”.
Στην κατηγορία των υπηρεσιών και επαγγελματιών που εμπίπτουν στην παραπάνω υποχρέωση περιλαμβάνονται, όπως ορίζεται εμμέσως πλην σαφώς στη σχετική εγκύκλιο του ΥΠΟΙΚ και οι λογιστές - ελεύθεροι επαγγελματίες, οι ιδιώτες ελεγκτές και οι φορολογικοί ή φοροτεχνικοί σύμβουλοι. Ειδικότερα, στην εγκύκλιο τονίζεται ότι οι λογιστές - ελεύθεροι επαγγελματίες, οι ιδιώτες ελεγκτές και οι φορολογικοί ή φοροτεχνικοί σύμβουλοι είναι υποχρεωμένοι να αναφέρουν στην Αρχή Καταπολέμησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες περιπτώσεις ενδεχόμενης φοροδιαφυγής ή δωροδοκίας ή λαθρεμπορίας που υποπίπτουν στην αντίληψή τους κατά την άσκηση του λογιστικού, ελεγκτικού ή συμβουλευτικού έργου τους, για περιπτώσεις ενδεχόμενης νομιμοποίησης εσόδων (ξέπλυμα χρήματος) που προέρχονται από τη συγκεκριμένη εγκληματική δραστηριότητα.
Και σημειώνεται με νόημα: “Έτσι, για παράδειγμα, όταν λογιστές παρατηρήσουν ή υποψιαστούν, κατά την άσκηση της εργασίας τους, ότι πελάτες τους ενδεχομένως προβαίνουν σε πράξεις φοροδιαφυγής γενικώς (π.χ. δεν έχουν περιλάβει στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος μέρος των εισοδημάτων τους από οποιαδήποτε πηγή, δεν έχουν αποδώσει τους οφειλόμενους φόρους, τέλη, εισφορές ή έχουν εκδώσει πλαστά ή εικονικά φορολογικά στοιχεία ή είναι λήπτες εικονικών στοιχείων κ.λ.π.), τότε οφείλουν να αποστείλουν σχετική αναφορά στην Αρχή. Συνεπώς οι λογιστές, λόγω της ειδικής φύσεως του αδικήματος της φοροδιαφυγής, θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους το γεγονός ότι η διαπίστωση φοροδιαφυγής ή πράξεων που υποκρύπτουν φοροδιαφυγή συνεπάγεται ταυτόχρονα και αυτόθροα την ύπαρξη ενδεχόμενης νομιμοποίησης εσόδων χωρίς να απαιτείται ειδικότερος προσδιορισμός του ύποπτου χαρακτήρα αυτών. Ως εκ τούτου, οι λογιστές άπαξ και σχηματίσουν υποψίες ή υπόνοιες τέλεσης πράξεων φοροδιαφυγής (και όχι βεβαιωμένη κατ΄ ανάγκη φοροδιαφυγή) από πελάτες τους κατά την εκτέλεση του έργου τους οφείλουν να υποβάλουν αναφορά στην Αρχή. Να σημειωθεί ότι με την παραπάνω υποχρέωση οι λογιστές καθίστανται ουσιαστικά συνυπεύθυνοι αν διαπιστώσουν πράξεις φοροδιαφυγής τις οποίες δεν αναφέρουν στην Αρχή καθώς η μη αναφορά τους επισύρει σοβαρές κυρώσεις.
Ειδικότερα, στην εγκύκλιο ορίζεται ότι οι υπηρεσίες και οι επαγγελματίες που διαπιστώνουν ή έχουν υπόνοιες κατά τις συναλλαγές τους με φορολογούμενους ότι οι τελευταίοι επιχειρούν να νομιμοποιήσουν με τρόπους όπως η “μετατροπή, μεταβίβαση, κατοχή, χρησιμοποίηση” κεφαλαίων που προέρχονται από εγκληματική δραστηριότητα (π.χ. δωροδοκία, σωματεμπορία, εμπορία ναρκωτικών, φοροδιαφυγή που συνιστά φορολογικό αδίκημα, αδικήματα λαθρεμπορίας κ.λπ) τότε οφείλουν να υποβάλουν σχετική αναφορά στην “Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης”.
Στην κατηγορία των υπηρεσιών και επαγγελματιών που εμπίπτουν στην παραπάνω υποχρέωση περιλαμβάνονται, όπως ορίζεται εμμέσως πλην σαφώς στη σχετική εγκύκλιο του ΥΠΟΙΚ και οι λογιστές - ελεύθεροι επαγγελματίες, οι ιδιώτες ελεγκτές και οι φορολογικοί ή φοροτεχνικοί σύμβουλοι. Ειδικότερα, στην εγκύκλιο τονίζεται ότι οι λογιστές - ελεύθεροι επαγγελματίες, οι ιδιώτες ελεγκτές και οι φορολογικοί ή φοροτεχνικοί σύμβουλοι είναι υποχρεωμένοι να αναφέρουν στην Αρχή Καταπολέμησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες περιπτώσεις ενδεχόμενης φοροδιαφυγής ή δωροδοκίας ή λαθρεμπορίας που υποπίπτουν στην αντίληψή τους κατά την άσκηση του λογιστικού, ελεγκτικού ή συμβουλευτικού έργου τους, για περιπτώσεις ενδεχόμενης νομιμοποίησης εσόδων (ξέπλυμα χρήματος) που προέρχονται από τη συγκεκριμένη εγκληματική δραστηριότητα.
Και σημειώνεται με νόημα: “Έτσι, για παράδειγμα, όταν λογιστές παρατηρήσουν ή υποψιαστούν, κατά την άσκηση της εργασίας τους, ότι πελάτες τους ενδεχομένως προβαίνουν σε πράξεις φοροδιαφυγής γενικώς (π.χ. δεν έχουν περιλάβει στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος μέρος των εισοδημάτων τους από οποιαδήποτε πηγή, δεν έχουν αποδώσει τους οφειλόμενους φόρους, τέλη, εισφορές ή έχουν εκδώσει πλαστά ή εικονικά φορολογικά στοιχεία ή είναι λήπτες εικονικών στοιχείων κ.λ.π.), τότε οφείλουν να αποστείλουν σχετική αναφορά στην Αρχή. Συνεπώς οι λογιστές, λόγω της ειδικής φύσεως του αδικήματος της φοροδιαφυγής, θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους το γεγονός ότι η διαπίστωση φοροδιαφυγής ή πράξεων που υποκρύπτουν φοροδιαφυγή συνεπάγεται ταυτόχρονα και αυτόθροα την ύπαρξη ενδεχόμενης νομιμοποίησης εσόδων χωρίς να απαιτείται ειδικότερος προσδιορισμός του ύποπτου χαρακτήρα αυτών. Ως εκ τούτου, οι λογιστές άπαξ και σχηματίσουν υποψίες ή υπόνοιες τέλεσης πράξεων φοροδιαφυγής (και όχι βεβαιωμένη κατ΄ ανάγκη φοροδιαφυγή) από πελάτες τους κατά την εκτέλεση του έργου τους οφείλουν να υποβάλουν αναφορά στην Αρχή. Να σημειωθεί ότι με την παραπάνω υποχρέωση οι λογιστές καθίστανται ουσιαστικά συνυπεύθυνοι αν διαπιστώσουν πράξεις φοροδιαφυγής τις οποίες δεν αναφέρουν στην Αρχή καθώς η μη αναφορά τους επισύρει σοβαρές κυρώσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου