Επέκταση του υφιστάμενου νομοθετικού πλαισίου που ψηφίστηκε το 2010 με τίτλο «διαφθορά κρατικών αξιωματούχων» (ν.4022 επί υπουργίας Καστανίδη) -που προβλέπει μεταξύ άλλων ολοκλήρωση της ανάκρισης εντός 4 μηνών, αμετάκλητο βούλευμα από το Συμβούλιο Εφετών και παραπομπή σε δίκη το πολύ εντός 8 μηνών- και στους επίορκους δημοσίους υπαλλήλους θα είναι πιθανότατα η απάντηση της κυβέρνησης στην εξαγγελία Σαμαρά περί «δικών εξπρές» για τους διαφθαρμένους υπαλλήλους. Ο συγκεκριμένος νόμος αφορά μέχρι σήμερα πολιτικά πρόσωπα, αιρετούς και μη, που ασκούν εξουσία στον κρατικό μηχανισμό και όχι χαμηλόβαθμους δημοσίους υπαλλήλους.
Η πρωτοβουλία ανήκει στο υπουργείο Δικαιοσύνης, όμως χθες πληροφορίες έφεραν τον υπουργό, κ,. Αντώνη Ρουπακιώτη, προβληματισμένο. Ο υπουργός θεωρεί, όπως έλεγαν αρμόδιες πηγές, ότι το πρόβλημα είναι συνολικότερο και αφορά και την αδράνεια της δημόσιας διοίκησης. Χαρακτηριστικά πηγές του υπουργείου έλεγαν πώς προφανώς υπάρχουν αδυναμίες στη δικαιοσύνη, αλλά την ίδια στιγμή «η δημόσια διοίκηση έχει καταλογίσει πρόστιμα 650 εκατομμυρίων ευρώ για φοροδιαφυγή ή άλλα αδικήματα και έχει εισπράξει το 0,8%», άρα το πρόβλημα είναι συνολικότερο. Μιλώντας μάλιστα στον Βήμα FΜ ο κ. Ρουπακιώτης είπε:
«Στη δέσμη των δικαιικών και δικαιοπολιτικών ιδεών δεν μου ταιριάζουν ούτε οι δίκες-εξπρές, ούτε οι παραδειγματικές δίκες. Μου ταιριάζουν οι δίκες οι οποίες παράγουν αξιοπιστία. Κατά συνέπεια, πάμε σε δίκες οι οποίες θα γίνονται με τη απαιτούμενη από την ίδια τη Δικονομία ταχύτητα, αλλά και να αντιστοιχούν στις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας. Να κρίνονται σε γρήγορους ρυθμούς πάντα με τη διασφάλιση των δικαιωμάτων εκείνων που κατηγορούνται που αφορούν όσους διαχειρίζονται το δημόσιο χρήμα».
Νέα διαφωνία;
Οι θέσεις Ρουπακιώτη, η παρουσία του οποίου στο υπουργικό Συμβούλιο προτάθηκε από τη ΔΗΜΑΡ, πιθανόν προοιωνίζονται νέα ενδοκυβερνητική διαφωνία:
«Για όσους έχει αποδειχτεί ότι όταν διαχειρίζονταν από το δημόσιο χρήμα ιδιοποιήθηκαν αυτό, είτε εκμεταλλεύτηκαν τη θέση τους για να πλουτίσουν, αναμφισβήτητα εκεί η Δικαιοσύνη, πρέπει να έχει τον σαφή, τον υπεύθυνο, αλλά και τον γρήγορο λόγο. Αλλά ταυτόχρονα όμως πρέπει να λειτουργήσουν με τρόπο αξιόπιστο και ταχύ οι διοικητικές υπηρεσίες».
Χαρακτηριστικό άλλωστε είναι πώς οι καθυστερήσεις δεν παρατηρούνται μόνο στο σκέλος της ποινικής τιμωρίας, αλλά και στο πειθαρχικό, αφού 5 μήνες μετά την ψήφιση του νέου νόμου (4057/12) αυτός δεν εφαρμόζεται! Ο νόμος προβλέπει την ολοκλήρωση των πειθαρχικών δικογραφιών σε έξι μήνες, ωστόσο μέχρι σήμερα δεν έχουν κάν συγκροτηθεί τα συμβούλια που θα πρέπει να αποτελούνται από δύο δικαστές και 3διευθυντές του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης. Αποτέλεσμα; Στα συμβούλια παραμένουν συνδικαλιστές, και οι ποινές παραμένουν χάδι.
Ο νόμος κατά της διαφθοράς
Ο νόμος πάντως 4022 (εφαρμόζεται π.χ. στην περίπτωση Τσοχατζόπουλου), η επέκταση του οποίου μελετάται για τους δημοσίους υπαλλήλους, εφαρμόζεται σε περιπτώσεις αδικημάτων που δεν υπάγονται στο νόμο περί ευθύνης υπουργών και διαπράττουν «υπουργοί ή υφυπουργοί, γενικοί και ειδικοί γραμματείς Υπουργείων, διοικητές, υποδιοικητές ή πρόεδροι διοικητικών συμβουλίων ή διευθύνοντες ή εντεταλμένοι σύμβουλοι νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, δημοσίων επιχειρήσεων, δημοσίων οργανισμών και νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου τη διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το κράτος, καθώς και αιρετά μονοπρόσωπα όργανα των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, εφόσον αυτά υπάγονται στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του τριμελούς εφετείου». Υπάγονται επίσης «κακουργήματα ιδιαίτερα μεγάλου κοινωνικού ενδιαφέροντος ή μείζονος δημοσίου συμφέροντος, εφόσον υπάγονται στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του τριμελούς εφετείου, ο δε χαρακτηρισμός της υπόθεσης ως ιδιαίτερα μεγάλου κοινωνικού ενδιαφέροντος ή μείζονος δημοσίου συμφέροντος γίνεται με πράξη από τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου».
Η ανάκριση υποχρεωτικά διαρκεί από 4-6 μήνες και το αργότερο η παραπομπή σε δίκη πρέπει να γίνεται εντός 8 μηνών με τελεσίδικο βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών.
Η πρωτοβουλία ανήκει στο υπουργείο Δικαιοσύνης, όμως χθες πληροφορίες έφεραν τον υπουργό, κ,. Αντώνη Ρουπακιώτη, προβληματισμένο. Ο υπουργός θεωρεί, όπως έλεγαν αρμόδιες πηγές, ότι το πρόβλημα είναι συνολικότερο και αφορά και την αδράνεια της δημόσιας διοίκησης. Χαρακτηριστικά πηγές του υπουργείου έλεγαν πώς προφανώς υπάρχουν αδυναμίες στη δικαιοσύνη, αλλά την ίδια στιγμή «η δημόσια διοίκηση έχει καταλογίσει πρόστιμα 650 εκατομμυρίων ευρώ για φοροδιαφυγή ή άλλα αδικήματα και έχει εισπράξει το 0,8%», άρα το πρόβλημα είναι συνολικότερο. Μιλώντας μάλιστα στον Βήμα FΜ ο κ. Ρουπακιώτης είπε:
«Στη δέσμη των δικαιικών και δικαιοπολιτικών ιδεών δεν μου ταιριάζουν ούτε οι δίκες-εξπρές, ούτε οι παραδειγματικές δίκες. Μου ταιριάζουν οι δίκες οι οποίες παράγουν αξιοπιστία. Κατά συνέπεια, πάμε σε δίκες οι οποίες θα γίνονται με τη απαιτούμενη από την ίδια τη Δικονομία ταχύτητα, αλλά και να αντιστοιχούν στις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας. Να κρίνονται σε γρήγορους ρυθμούς πάντα με τη διασφάλιση των δικαιωμάτων εκείνων που κατηγορούνται που αφορούν όσους διαχειρίζονται το δημόσιο χρήμα».
Νέα διαφωνία;
Οι θέσεις Ρουπακιώτη, η παρουσία του οποίου στο υπουργικό Συμβούλιο προτάθηκε από τη ΔΗΜΑΡ, πιθανόν προοιωνίζονται νέα ενδοκυβερνητική διαφωνία:
«Για όσους έχει αποδειχτεί ότι όταν διαχειρίζονταν από το δημόσιο χρήμα ιδιοποιήθηκαν αυτό, είτε εκμεταλλεύτηκαν τη θέση τους για να πλουτίσουν, αναμφισβήτητα εκεί η Δικαιοσύνη, πρέπει να έχει τον σαφή, τον υπεύθυνο, αλλά και τον γρήγορο λόγο. Αλλά ταυτόχρονα όμως πρέπει να λειτουργήσουν με τρόπο αξιόπιστο και ταχύ οι διοικητικές υπηρεσίες».
Χαρακτηριστικό άλλωστε είναι πώς οι καθυστερήσεις δεν παρατηρούνται μόνο στο σκέλος της ποινικής τιμωρίας, αλλά και στο πειθαρχικό, αφού 5 μήνες μετά την ψήφιση του νέου νόμου (4057/12) αυτός δεν εφαρμόζεται! Ο νόμος προβλέπει την ολοκλήρωση των πειθαρχικών δικογραφιών σε έξι μήνες, ωστόσο μέχρι σήμερα δεν έχουν κάν συγκροτηθεί τα συμβούλια που θα πρέπει να αποτελούνται από δύο δικαστές και 3διευθυντές του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης. Αποτέλεσμα; Στα συμβούλια παραμένουν συνδικαλιστές, και οι ποινές παραμένουν χάδι.
Ο νόμος κατά της διαφθοράς
Ο νόμος πάντως 4022 (εφαρμόζεται π.χ. στην περίπτωση Τσοχατζόπουλου), η επέκταση του οποίου μελετάται για τους δημοσίους υπαλλήλους, εφαρμόζεται σε περιπτώσεις αδικημάτων που δεν υπάγονται στο νόμο περί ευθύνης υπουργών και διαπράττουν «υπουργοί ή υφυπουργοί, γενικοί και ειδικοί γραμματείς Υπουργείων, διοικητές, υποδιοικητές ή πρόεδροι διοικητικών συμβουλίων ή διευθύνοντες ή εντεταλμένοι σύμβουλοι νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, δημοσίων επιχειρήσεων, δημοσίων οργανισμών και νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου τη διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το κράτος, καθώς και αιρετά μονοπρόσωπα όργανα των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, εφόσον αυτά υπάγονται στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του τριμελούς εφετείου». Υπάγονται επίσης «κακουργήματα ιδιαίτερα μεγάλου κοινωνικού ενδιαφέροντος ή μείζονος δημοσίου συμφέροντος, εφόσον υπάγονται στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του τριμελούς εφετείου, ο δε χαρακτηρισμός της υπόθεσης ως ιδιαίτερα μεγάλου κοινωνικού ενδιαφέροντος ή μείζονος δημοσίου συμφέροντος γίνεται με πράξη από τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου».
Η ανάκριση υποχρεωτικά διαρκεί από 4-6 μήνες και το αργότερο η παραπομπή σε δίκη πρέπει να γίνεται εντός 8 μηνών με τελεσίδικο βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου