26/3/11
Λόρδος Βύρων. Ο μεγαλύτερος φιλλέληνας
Ο Άγγλος ποιητής Λόρδος Βύρων αποτελεί έναν από τις πιο σημαντικές φυσιογνωμίες του Ρομαντισμού όπου κυριαρχούσαν οι ενάρετοι ήρωες και τα θέματα για την αγάπη και τον θρίαμβο. Εξαιτίας των έργων του, της έντονης ζωής και της φυσικής του ομορφιάς θεωρήθηκε η τέλεια εικόνα του ρομαντικού ποιητή. Ωστόσο, όλη η ζωή του Βύρωνα περιστρέφεται γύρω από αυτό το μοντέλο με αποκορύφωμα τον αγώνα του για την ελληνική απελευθέρωση του 1821.
Ο George Gordon Noel Byron όπως ήταν το πλήρες όνομά του γεννήθηκε στις 22 Ιανουαρίου του 1788 σε μία αριστοκρατική οικογένεια με πολλά οικονομικά προβλήματα που προέρχονταν κυρίως από τον πατέρα του. Ο Καπετάνιος «Mad Jack» Byon ήταν χρυσοθήρας και προχώρησε σε γάμο με την Catherine Gordon ουσιαστικά για το ετήσιο εισόδημά της. Αφού ξόδεψε το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας της πέθανε το 1791, αφήνοντας ορφανό τον George.
Δυστυχώς, από τη νεαρή του ηλικία ο Λόρδος Βύρων είχε να συναναστραφεί με μία ανισόρροπη μητέρα λόγω όσων είχε περάσει, την περιφρόνηση των αριστοκρατών συγγενών του για τον ξεπεσμό του ίδιου και της χήρας μητέρας του καθώς και την αναπηρία που έφερε εκ γενετής, περπατώντας πάντα προβληματικά. Όλα αυτά στιγμάτισαν την περηφάνια και την ευαισθησία του νεαρού Βύρωνα. Εκεί οφείλεται και η ανάγκη του για αυτοπροβολή την οποία σύντομα επιδίωξε να ικανοποιήσει μέσα από την αγάπη, την ποίηση και τη δράση.
Παρά τον αδέξιο τρόπο με τον οποίο περπατούσε και τις αμέτρητες θεραπείες τις οποίες είχε υποστεί, τα παιδικά του χρόνια ήταν γεμάτα από παιχνίδι και σκανδαλιές. Εξάλλου ποιος μπορεί να τιθασεύσει την παιδική λαχτάρα για εξερεύνηση; Αγαπημένες του δραστηριότητες ήταν η ιππασία και το κολύμπι στα οποία μπορούσε να συμμετέχει ενεργά χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα. Ωστόσο ήταν πρόθυμος πάντα να παίξει κρίκετ έχοντας για βοηθό κάποιο από τους συμμαθητές του. Μόλις στα οχτώ του ερωτεύτηκε για πρώτη φορά μία εξαδέρφη του και στα δεκαέξι όταν του ανακοινώθηκε ο αρραβώνας της λέγεται ότι έπεσε βαριά άρρωστος.
Στα μαθήματά του αν και οι περισσότεροι από τους συμμαθητές και καθηγητές του τον θεωρούσαν ιδιοφϋία ο ίδιος έδειχνε απρόθυμος να συμμορφωθεί με τις σχολικές εργασίες αν και αγαπούσε να διαβάζει συνεχώς. Η μεγάλη του όρεξη για νέες γνώσεις συνεχώς αυξανόταν ενώ είχε μία αξιοζήλευτη μνήμη. Αρκετές βιογραφίες για το πρόσωπό του αναφέρουν ωστόσο μαζί με το γεγονός της αγάπης του για το διάβασμα και περιστατικά που τον φέρουν αρχηγό σε αρκετές σχολικές εξεγέρσεις.
Ύστερα από το θάνατο ενός θείου του το 1798, ο Βύρων κληρονόμησε τον τίτλο του Λόρδου καθώς και την περιουσία του. Παρέμεινε στο Harrow για τέσσερα χρόνια και έπειτα πήγε στο Trinity College στο Cambridge, όπου αντιλήφθηκε την διαφορά μεταξύ των υψηλών στόχων του ιδεαλισμού-ρομαντισμού και των λιγότερων σημαντικών εμπειριών της πραγματικότητας. Η αναζήτησή του για ένα μεγάλο πάθος ανάμεσα σε διάφορες γυναίκες που τον συναναστρέφονταν αριθμεί έναν μακρύ κατάλογο με δεσμούς τους οποίους είχε συνάψει.
Το 1807 ο Λόρδος Βύρων εξέδωσε το πρώτο του ποιητικό βιβλίο με τίτλο, Hours of Idleness. Το βιβλίο έλαβε σκληρή κριτική από την Edinburgh Review. Ο Βύρων αντεπιτέθηκε με το English Bards and Scotch Reviewers το 1809, το πρώτο έργο του που έδειχνε το ταλέντο του στη σάτιρα και το σαρκαστικό χιούμορ, το οποίο τον ανέδειξε σε έναν από τους βασικότερους άγγλους ρομαντικούς και το οποίο πιθανότατα να οφείλει τόσο στην αριστοκρατική του εμφάνιση όσο και στην κλασσική του παιδεία.
Το 1809 ο Λόρδος Βύρων ξεκινάει ένα μεγάλο ταξίδι διάρκειας δύο ετών στις χώρες της Μεσογείου το οποίο θα του δώσει το υλικό που χρειάζεται για να δημιουργήσει τα δύο πρώτα του cantos για το Childe Harold’s Pilgrimage. Η δημοσίευσή τους το 1812 χάρισε πρόσκαιρη δόξα στον Βύρωνα, καθώς συνδύαζαν τα πιο διάσημα χαρακτηριστικά του ρομαντισμού των τελών του 18ου αιώνα, πολύχρωμες περιγραφές εξωτικής φύσης, την απογοήτευση για την ματαιότητα των γήινων πραγμάτων και την λυρική έξαρση για ελευθερία σε συνδυασμό με έναν νέο, όμορφο και μοναχικό ήρωα.
Ενώ η φήμη του εξαπλωνόταν, ο Βύρων ήταν απασχολημένος με το να σοκάρει την υψηλή κοινωνία του Λονδίνου. Μετά τις ερωτικές σχέχεις που είχε συνάψει με την Lady Caroline Lamb και την Lady Oxford, η αιμομικτική του αγάπη για την ετεροθαλή αδερφή του Augusta όχι μόνο τον εμφάνισε ως ανήθικο αλλά μεγάλωσε και το αίσθημα ενοχής το οποίο πάντα αισθανόταν. Από τότε τα θέματα αιμομιξίας υπήρξαν έντονα στα γραπτά του, ξεκινώντας από τις επικές ιστορίες του που δημοσιεύτηκαν μεταξύ 1812-1816, όπως τα The Giaour, The Bride of Abydos, The Corsair, Lara, Parisina. Σύμφωνα με τον Βύρωνα οι αιμομικτική αγάπη αν και ποινικά μεμπτή ήταν κατάλληλη μεταφορά για την τραγική κατάσταση του ήρωα που δέχεται την κατάρα του Θεού, κρίνεται σκληρά από την κοινωνία και μισεί τον εαυτό του εξαιτίας αμαρτιών για τις οποίες ο ίδιος δεν ευθύνεται.
Ενώ γράφει τις ιστορίες του ο ίδιος προσπαθεί να βρει τη γαλήνη σε μία πιο ήρεμη ζωή. Ο γάμος του με την Anna Isabella Mibanke τον Ιανουάριο του 1815 σύντομα αποδείχτηκε μεγάλο λάθος καθώς τον εγκατέλειψε ένα χρόνο αργότερα. Η κοινωνία του Λονδίνου θα μπορούσε να παραβλέψει το περιστατικό αλλά η σάτιρά του για τον Prince Regent είχε σαν αποτέλεσμα να προκαλέσει το κόμμα των Συντηρητικών. Στις 25 Απριλίου του 1816, ο Βύρων εγκατέλειψε την πατρίδα του χωρίς να επιστρέψει ποτέ.
Ταξίδεψε στην Ελβετία όπου παρέμεινε για 7 μήνες και τον Οκτώβριο του 1816 εγκαταστάθηκε στην Βενετία της Ιταλίας. Τα έργα του 1817 παρουσιάζουν σημάδια μίας νέας προοπτικής του ποιητή, καθώς η αυθόρμητη ωρίμανση είναι φανερή.
Χαρακτηριστικό του Λόρδου Βύρωνα ήταν ότι μετέφραζε τις ιδέες του σε δράση εκφράζοντας πάντα το πιο ριζοσπαστικό κομμάτι στην Βουλή των Λόρδων το 1812-1813. Εξάλλου, ρίσκαρε τη ζωή του για να βοηθήσει τους ιταλούς Carbonari το 1820, μέχρι τη στιγμή που θα έρθει στην Ελλάδα και θα πολεμήσει με όσα μέσα διέθετε για την ελληνική απελευθέρωση. Η ποίησή του έχει στόχο να πείσει την Ευρωπαϊκή κοινωνία για τη δημιουργία του ελληνικού κράτους και την απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό. Το 1824 ο Βύρων εντάσσεται μαζί με τους έλληνες μαχητές στο Μεσολόγγι για να αφήσει την τελευταία του πνοή στις 19 Απριλίου του ίδιου χρόνου από τυφοειδή πυρετό.
Ανάμεσα σε εκείνα που ξεχώρισαν τον Λόρδο Βύρωνα και τον ανέδειξαν στον πιο σημαντικό Φιλέλληνα ήταν η ενεργός συμμετοχή που είχε στην Ελληνική Επανάσταση. Βρισκόμενος στην Κεφαλονιά έστειλε 4000 λίρες από την περιουσία του για να βοηθήσει στην προετοιμασία του ελληνικού ναυτικού και ύστερα ταξίδεψε στο Μεσολόγγι στις 29 Δεκεμβρίου για να συνδράμει τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο που ηγείτο του ελληνικού στρατού στην Δυτική Ελλάδα. Με μεγάλο θάρρος συντάχθηκε στα σχέδια για κατάληψη του κάστρου της Ναυπάκτου ενώ προσέλαβε ειδικό σκοποβολής για να ενισχύσει το ελληνικό πυροβολικό και έφερε τους Σουλιώτες το πιο δυνατό σώμα για να συνδράμουν. Παρά τις προσπάθειές του να ενωθούν οι δυνάμεις σε ανατολική και δυτική Ελλάδα δεν τα κατάφερε.
Πολλοί αναφέρουν ότι ο Λόρδος Βύρων πέθανε από τυφοειδή πυρετό όπως αναφέραμε πιο πάνω. Ωστόσο, αναφέρεται ότι λίγες μέρες πριν καταλήξει είχε πέσει σε καταιγίδα μαζί με άλλους, στην οποία δεν δέχτηκε να αλλάξει ρούχα όταν του το συνέστησαν καθώς είχε έναν άσχημο βήχα από τον Φεβρουάριο. Σύντομα ρίγη και πυρετός τον επισκέφτηκαν και παρά τη βοήθεια των γιατρών με αφαιμάξεις και άλλες ιατρικές μεθόδους της εποχής δεν τα κατάφερε. Η αλήθεια είναι ότι ο Λόρδος Βύρων υπέφερε και από επιληπτικές κρίσεις και κίρρωση του ύπατος στα οποία μπορεί να οφείλεται και ο θάνατός του.
Ο ίδιος έλεγε ότι σε νεαρή ηλικία κάποιος του είχε πει ότι δεν θα κατάφερνε να ξεπεράσει τα 37 έτη, κάτι που τελικά επιβεβαιώθηκε καθώς πέθανε λίγους μήνες πριν τα κλείσει. Οι Έλληνες θρήνησαν για τον θάνατό του και μετέτρεψαν τον Λόρδο Βύρωνα σε ήρωα της Ελληνικής Επανάστασης. Το σώμα του ταριχεύτηκε και η καρδιά του θάφτηκε στο αγαπημένο του Μεσολόγγι, ενώ ο εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολομός έγραψε ένα ποίημα αφιερωμένο σε εκείνον.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου